Ζούμε μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία, στην οποία καθένας μας καταλαμβάνει μια θέση. Υποδιόμαστε καθημερινά ρόλους που συναναστρέφονται με άλλους ρόλους άλλων ανθρώπων σε ένα συνεχές γαϊτανάκι προσέγγισης ή αποφυγής. Μια πλόυσια παλέτα συναισθημάτων και δράσεων αναπαράγεται σε κάθε επαφή. Μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα ανταλλαγής σκέψεων, συναισθημάτων, δράσεων, συμπεριφορών
μια ικανότητα προβάλλει σαν απαραίτητος κρίκος που εξασφαλίζει αρμονία, ισορροπία και σύνδεση των ανθρώπων. Η αυτορρύθμιση.Πολλοί ορισμοί έχουν δωθεί για την συγκεκριμένη ικανότητα που μάλλον καταλήγουν κυρίως στην ικανότητα κάποιου να αλλάζει, να διαφοροποιεί, να τροποποιεί την δράση- συμπεριφορά του. (Hagger, 2010).
Η ικανότητα της αυτορρύθμισης περιλαμβάνει όλες εκείνες τις εγκεφαλικές διαδικασίες που μας επιτρέπουν να σχεδιάζουμε, να εστιάζουμε την προσοχή, να θυμόμαστε οδηγίες και να επιτυγχάνουμε στόχους. Ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί αυτή την διαδικασία για να φιλτράρει τα ερεθίσματα που αποσπούν την προσοχή από τον στόχο, να αξιολογεί στόχους θέτοντας πρωτεραιότητες κ να ελέγχει τις παρορμήσεις. Η αυτορρυθμιστική διαδικασία στηρίζεται σε 3 εγκεφαλικές διεργασίες, την
εργαζόμενη μνήμη (working memory), την
νοητική ελαστικότητα (mental flexibility) που αφορά στη διατήρηση ή αλλαγή της εστιαζόμενης προσοχής και στον
έλεγχο των παρορμήσεων (self-control).
Σύμφωνα με τον καθ. S. Shanker του York University, η αυτορρύθμιση πρώτα και κύρια είναι η ικανότητα που κάθε άτομο κατέχει στην διαχείριση της ενεργειακής του κατάστασης δηλ. των συναισθημάτων, των συμπεριφορών, της προσοχής, έτσι ώστε να συμβαδίζει με το περιβάλλον. Βοηθά το άτομο να επιδιώκει θετικούς στόχους όπως το να διατηρεί αρμονικές σχέσεις με τους άλλους, να επιδιώκει την μάθηση και να διατηρεί την ευτυχία. Υπάρχει, αναφέρει ο καθηγητής σύμφωνα με την προσωπική του έρευνα, διαφορά ανάμεσα στην αυτορρύθμιση και τον αυτοέλεγχο, όπου
αυτοέλεγχος, ο έλεγχος των παρορμήσεων.
Κάθε φορά που ένα παιδί σκέφτεται να κάνει κάτι απαιτείται ενέργεια. Η ποσότητα της ενέργειας εξαρτάται από αυτό που θέλει να κάνει, την κατάσταση και κυρίως την ιδιοσυγκρασία του παιδιού. Δηλ. δυο παιδιά μπορεί να ξοδεύουν πολύ διαφορετικές ποσότητες ενέργειας και να βρίσκονται σε πολύ διαφορετική κατάσταση διέγερσης (εγρήγορσης) για την ίδια δράση. Η αυτορρυθμιστική ικανότητα εξαρτάται τόσο από βιολογικούς όσο και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Το ταπεραμέντο του παιδιού, η ικανότητά του στη ρύθμιση του συναισθήματος, διάφοροι γνωστικοί παράγοντες όπως η ικανότητα προθετικού ελέγχου (effortful control), η εστίαση της προσοχής, η εναλλαγή της εστίασης της προσοχής, ο περιορισμός των παρορμήσεων, η ικανότητα διαχείρισης της ματαίωσης, η διαχείριση των περισπασμών, κοινωνικοί παράγοντες όπως η ικανότητα του να αναπτύσσει και να χρησιμοποιεί κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές, τέλος ηθικοί παράγοντες όπως η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης και άλλων αξιών (Shanker 2009, 2010).
Σχόλιο: Ο Βίκτωρ Φρανκλ, επιζήσας του Ολοκαυτώματος, πέρασε όλη του ζωή αναλογιζόμενος τα περί θανάτου, ζωής, και όλα στο ενδιάμεσο. Το ερώτημα σχετικά με το νόημα της ζωής, η απώλεια του οποίου φαίνεται να είναι ένα από τα βαθύτερα προβλήματα των συνανθρώπων μας που φτάνουν στο σημείο να αναζητούν τον θάνατο ως ανακούφιση, ο Φρανκλ το συνοψίζει απλά: