Η επανάληψη της καταστολής εναντίον των Κούρδων στην Τουρκία δεν είναι παρά η συνέπεια της αδυναμίας επίτευξης του σχεδίου Ζυπέ-Ράιτ (Juppé-Wright) του 2011. Ενώ ήταν εύκολο να αναπτυχθεί το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ, Daesh) στην συριακή έρημο και στις επαρχίες Νινευής και αλ-Ανμπάρ (Ιράκ) με σουνιτικές πλειοψηφίες, αποδείχθηκε αδύνατο να παρθεί ο έλεγχος του κουρδικού πληθυσμού στη Συρία. Για να πραγματοποιήσει το όνειρό του για ένα Κουρδιστάν έξω από την Τουρκία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει άλλη επιλογή παρά τον εμφύλιο πόλεμο.
Το σχέδιο Ράιτ που δημοσιεύθηκε το 2013, περιέχει τα στοιχεία του σχεδίου Ζυπέ για τη Λιβύη, τη Συρία και το Ιράκ. Ωστόσο, ο Ρόμπιν Ράιτ πηγαίνει περαιτέρω με τη συμπερίληψη σχεδίων για τη Σαουδική Αραβία και την Υεμένη.
Με την ανάληψη της εξουσίας στην Άγκυρα το 2003, το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ άλλαξε τις στρατηγικές προτεραιότητες της Τουρκίας. Αντί να βασιστεί στις σχέσεις των δυνάμεων που εφίσταντο μετά την «Καταιγίδα της Ερήμου»,
ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επεδίωξε να βγάλει τη χώρα του από την απομόνωση στην οποία βρισκόταν μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με βάση τις αναλύσεις του συμβούλου του, του καθηγητή Αχμέτ Νταβούτογλου, υποστήριξε την επίλυση των προβλημάτων που εκκρεμούσαν εδώ και έναν αιώνα με τους γείτονές του και να γίνει σταδιακά ο ουσιαστικός περιφερειακός διαμεσολαβητής. Για να γίνει αυτό, έπρεπε ταυτόχρονα να μετατραπεί σε ένα πολιτικό πρότυπο και να οικοδομήσει σχέσεις με τους Άραβες εταίρους του, χωρίς να χάσει τη συμμαχία του με το Ισραήλ.
Ξεκινώντας με επιτυχία, αυτή η πολιτική -των «μηδενικών προβλημάτων»- οδήγησε την Άγκυρα όχι μόνο να μη φοβάται πια τη Δαμασκό και την υποστήριξη της στο PKK, αλλά να της ζητήσει να βοηθήσει στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της κρίσης. Τον Οκτώβριο του 2006, το κουρδικό κόμμα κήρυξε μονομερή εκεχειρία και ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Ερντογάν.
Τον Μάιο του 2008, η Άγκυρα οργάνωσε έμμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ Δαμασκού και Τελ Αβίβ, τις πρώτες μετά την απόρριψη από τον Εχούντ Μπαράκ του σχεδίου του Μπιλ Κλίντον και του Χαφέζ Ασαντ. Αλλά ο Πρόεδρος Μπασάρ Άσαντ έθεσε τέρμα σε αυτή τη προσπάθεια όταν το Ισραήλ επιτέθηκε στη Γάζα το Δεκέμβριο του 2009.
Συνειδητοποιώντας ότι δεν ήταν δυνατόν να διατηρήσει καλές σχέσεις με όλα τα κράτη της περιοχής λόγω της παλαιστινιακής σύγκρουσης, η Άγκυρα επέλεξε να υποστηρίξει τους Παλαιστίνιους εναντίον του Ισραήλ.
Ήταν τα επεισόδια του Νταβός και του Στόλου της Ελευθερίας. Διαθέτοντας τότε εκτεταμένη λαϊκή υποστήριξη στον μουσουλμανικό κόσμο, η Άγκυρα προσέγγισε τη Τεχεράνη και συμφώνησε τον Νοέμβριο 2010 να συμμετέχει σε μια κοινή αγορά Τουρκία-Ιράν-Ιράκ-Συρία.
Καταργήθηκαν οι θεωρήσεις βίζα, μειώθηκαν σημαντικά τα τελωνιακά τέλη, ιδρύθηκε μια κοινοπραξία για να διαχειριστεί τους πετρελαιαγωγούς και τους αγωγούς αερίου, δημιουργήθηκε μια αρχή για τη διαχείριση των κοινών υδάτινων πόρων.
Το σύνολο ήταν τόσο ελκυστικό έτσι ώστε ο Λίβανος και η Ιορδανία επέβαλαν την υποψηφιότητα τους για να συμμετέχουν. Μια διαρκής ειρήνη φαινόταν δυνατή στο Λεβάντε.
Ενώ το 2011 το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία ξεκινούσαν ένα διπλό πόλεμο ενάντια στη Λιβύη και τη Συρία, κατόπιν αιτήματος και υπό τον έλεγχο των Ηνωμένων Πολιτειών, η Τουρκία λογικά αντιτάχθηκε. Αυτοί οι πόλεμοι, με το πρόσχημα της προστασίας του πληθυσμού, παραήταν οφθαλμοφανείς νεο-αποικιοκρατικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, παραβίαζαν τα τουρκικά συμφέροντα, επειδή η Λιβύη ήταν ένας από τους σημαντικότερους οικονομικούς εταίρους της και η Συρία ήταν να γίνει με τη νέα περιφερειακή κοινή αγορά. Τότε ήταν που ανατράπηκαν τα πάντα
Σχόλιο: «Οι ΗΠΑ καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη των λαών με τον πυρηνικό όλεθρο στη Χιροσίμα. Το ίδιο κάνουν και σήμερα...»
70χρονα Χιροσίμα: Όταν οι ΗΠΑ δολοφόνησαν φρικτά εκαντάδες χιλιάδες ανθρώπους για επίδειξη δύναμης προς τη Σοβιετική Ένωση