πείραμα Κέντλερ
Μερικά πράγματα ο κόσμος τα υποψιάζεται ως γενική κατάσταση. Ότι μπορεί πχ να υπάρχουν σκοτεινές πλευρές σε διάφορα επίπεδα εξουσίας, είτε στη δημόσια είτε στην ιδιωτική, στους κύκλους της λεγόμενης «ελίτ», οι οποίες είναι ανομολόγητες.

Από ζητήματα διαφθοράς μέχρι κάθε είδους ιδιαιτερότητες, υπάρχει η γενική αντίληψη στην κοινή γνώμη κάθε χώρας ότι υπάρχουν σκελετοί σε διάφορες ντουλάπες για τους οποίους σε πολλές περιπτώσεις, στις περισσότερες ίσως, υπάρχει απροθυμία να ενοχληθούν διότι ως γνωστόν τα οστά δεν είναι το πιο φιλικό θέαμα. Από καιρού εις καιρόν, ωστόσο, συγκυρίες, καραμπόλες, εξυπηρέτηση ή σύγκρουση συγκεκριμένων συμφερόντων, φέρνουν στο φως σκελετούς που επιβεβαιώνουν τη γενική αίσθηση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ανοίγουν όλοι οι φοριαμοί. Υπάρχουν και φορές όμως που οι σκελετοί βρίσκονται σε κοινή θέα, μπροστά στα μάτια όλων, και για κάποιον περίεργο λόγο κανείς δεν ασχολείται.

Η αποκάλυψη- τώρα τι αποκάλυψη είναι αφού όλοι το γνώριζαν, αλλά τέλος πάντων- ότι στη Δυτική Γερμανία, πριν από την πτώση του υπαρκτού, υπήρχε επίσημο πρόγραμμα υιοθέτησης ανηλίκων από παιδόφιλους υπό τον μανδύα «επιστημονικού» προγράμματος, προκαλεί ανατριχίλα. Ακόμα και για τα δεδομένα της «ψυχρόαιμης» λογικής ενίων Δυτικών που έχουν μια αποστασιοποιημένη προσέγγιση σε θέματα κοινωνικών συμβάσεων.

Το «πείραμα Κέντλερ», λοιπόν, όπως ονομάστηκε από τον εμπνευστή του, ήταν ένα εκτεταμένο δίκτυο κακοποίησης παιδιών από «ευυπόληπτους» πολίτες της Δυτικής Γερμανίας, το οποίο λειτουργούσε επί τρεις δεκαετίες, από τις αρχές του 1970. Ο καθηγητής ψυχολογίας Χέλμουτ Κέντλερ συνέλαβε ένα σχέδιο το οποίο παρουσίασε ως δήθεν επιστημονικό πείραμα, σύμφωνα με το οποίο άστεγα παιδιά στο Δυτικό Βερολίνο δίνονταν προς «υιοθεσία» σε παιδόφιλους άνδρες! Ο «επιστημονικός» φερετζές του Κέπλερ ήταν ότι αυτοί «αυτοί οι άνδρες θα γίνονταν ιδιαίτερα αγαπητοί θετοί γονείς» για λόγους που επικαλείτο στο πλαίσιο μίας υποτιθέμενης επιστημονικής προσέγγισης. Οι δε παιδόφιλοι, οι οποίοι βαπτίζονταν «ανάδοχοι», λάμβαναν και «τακτικό επίδομα φροντίδας», δηλαδή επιβραβευόντουσαν οικονομικά για την κακοποίηση των παιδιών!

Όλο αυτό εξελισσόταν εις γνώση και με την αποδοχή των Αρχών του Βερολίνου, του Γραφείου Παιδικής Πρόνοιας της πόλης και της Γερουσίας για 30 χρόνια! Μεταξύ των παιδόφιλων συγκαταλέγονταν γνωστοί ακαδημαϊκοί ακόμα και από το γνωστό Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ, το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και τη δυσώνυμη Σχολή Όντενβαλτ της Έσσης η οποία έκλεισε προ ετών μετά την αποκάλυψη - οποία έκπληξη- σκανδάλου... παιδεραστίας. Βέβαια μεγαλύτερο σκάνδαλο παιδεραστίας από αυτό δεν υπάρχει, παρόλα αυτά αφέθηκε να ξεχαστεί δίχως ποτέ κανένας να τιμωρηθεί. Μέχρι που παρουσιάστηκαν δύο από τα θύματα τα οποία δημοσιοποίησαν την ιστορία - η οποία επαναλαμβάνουμε ήταν σε κοινή θέα - οπότε ερευνητές του Πανεπιστημίου του Χίλντεσχαϊμ ξεκίνησαν έρευνα από την οποία κατέληξαν ότι είχε στηθεί ένα «δίκτυο διαφόρων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων» και θεσμών, αυτά και αυτοί που προαναφέρθηκαν, που είχαν κάνει «αποδεκτή» και «υποστήριζαν» την παιδεραστία.

Το επιπλέον τραγικό της υπόθεσης είναι ότι τα εγκλήματα έχουν παραγραφεί παρότι η γερουσιαστής του Βερολίνου Σάντρα Σέρρες, υπεύθυνη για θέματα νεολαίας χαρακτήρισε τα ευρήματα «συγκλονιστικά και τρομακτικά». Ακόμα πιο συγκλονιστικό και τρομακτικό είναι ότι όταν μόλις προ τεσσάρων ετών δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά έκθεση για την υπόθεση, η Γερουσία, αντί να συνδράμει ενεργά στην περαιτέρω διερεύνηση, εμφανίστηκε απρόθυμη να ασχοληθεί...

Υποθέσεις όπως αυτές υπενθυμίζουν ότι ακόμα και στην περιοχή του πλανήτη που θεωρείται ως αυτή στην οποία κατεξοχήν επικρατεί το κράτος δικαίου, το κράτος δικαίου δεν είναι ούτε δεδομένο, ούτε αυτονόητο και ότι παραμένει ένας τίτλος ο οποίος πρέπει να επιβεβαιώνεται καθημερινά με αγώνα. Αγώνας ο οποίος ενίοτε έχει θύματα πρόσωπα τα οποία δεν είχαν καν την επιλογή να αγωνιστούν, πριν γίνουν θύματα. Όπως τα ανήλικα που γίνονται βορά κάθε είδους αρπακτικών, από τους παιδόφιλους, μέχρι τα κυκλώματα εμπορίας οργάνων και παράνομης εργασίας.