αδιέξοδο
Οι πάσχοντες από διαβήτη και νοσήματα ψυχικής υγείας, όπως η κατάθλιψη, που παρουσιάζουν ήπια νοητική διαταραχή, έχουν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν άνοια στο εγγύς μέλλον, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Η ήπια νοητική διαταραχή είναι η γκρίζα ζώνη ανάμεσα στην αφηρημάδα και στην άνοια. Οι ειδικοί την ορίζουν ως την ύπαρξη προβλημάτων με τη μνήμη τα οποία είναι αρκετά σοβαρά ώστε να τα παρατηρήσει ο πάσχων ή οι οικείοι του, αλλά όχι τόσο σοβαρά ώστε να επέμβουν στην καθημερινότητά του.

Μελέτες έχουν δείξει πως η ήπια νοητική διαταραχή μπορεί να πρωτοεκδηλωθεί και σε 40άρηδες ή 50άρηδες, ενώ προσβάλλει το 19% των ατόμων ηλικίας άνω των 60 ετών.

Το πιο σοβαρό, όμως, είναι πως στο 46% των περιπτώσεων εξελίσσεται σε άνοια μέσα σε λίγα χρόνια από την εμφάνισή της.

Στη νέα μελέτη, επιστήμονες από το University College του Λονδίνου (UCL) θέλησαν να εξετάσουν ποιοι παράγοντες ευνοούν την εξέλιξη αυτή και ποιοι την αναχαιτίζουν.

Όπως γράφουν στην «Αμερικανική Επιθεώρηση Ψυχιατρικής» (AJP), επανεξέτασαν τα στοιχεία από 62 διαφορετικές κλινικές μελέτες, στις οποίες είχαν συμμετάσχει συνολικών 15.950 πάσχοντες από ήπια νοητική διαταραχή.

Όπως διαπίστωσαν, όσοι έπασχαν από διαβήτη είχαν κατά 65% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν εξέλιξη της ήπιας νοητικής διαταραχής σε άνοια μέσα σε μια τριετία παρακολούθησης.

Ο αντίστοιχος κίνδυνος για όσους έπασχαν από νοσήματα ψυχικής υγείας ήταν διπλάσιος, σε σύγκριση με τους εθελοντές που δεν είχαν τέτοια νοσήματα.

«Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής και η βελτίωση της ψυχικής διάθεσης μπορεί να είναι απαραίτητες στα άτομα με ήπια νοητική διαταραχή για να αποφύγουν την άνοια», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Κλώντια Κούπερ, λέκτορας Ψυχιατρικής Τρίτης Ηλικίας στο Τμήμα Επιστημών Ψυχικής Υγείας του UCL.

«Αν και τα στοιχεία μας δεν αποδεικνύουν ότι αυτό ισχύει πέραν πάσης αμφιβολίας, είναιτα ισχυρότερα έως σήμερα που υποδεικνύουν τι είναι επιζήμιο για τους πάσχοντες και τι μπορεί να τους βοηθήσει».

Οι αλλαγές που φαίνεται ότι βοηθούν περισσότερο είναι η υιοθέτηση των επιταγών της παραδοσιακής, ελληνικής (μεσογειακής) διατροφής και η σωματική και κοινωνική δραστηριότητα.