ISIS
Η Αλ Κάιντα προσπαθεί να ανακτήσει την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των εξτρεμιστών διεθνώς, καθώς το ISIS χάνει έδαφος, δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ την Τρίτη, διαβλέποντας πιθανώς αυξημένο κίνδυνο για τη Δύση από την αντιπαλότητα μεταξύ των δύο οργανώσεων.

Ωστόσο, ο Αρντ φον Λορινγκχόφεν, βοηθός γενικός γραμματέας για τους τομείς των πληροφοριών και της ασφαλείας, είπε πως το ISIS διατηρεί κάποια αριθμητική ισχύ σε επίπεδο προσωπικού, παρά τις απώλειές του στη μάχη, συν νέα μέλη που έχουν στρατολογηθεί μεταξύ γυναικών και παιδιών.

«Η αποδυνάμωση του ISIS-Daesh έχει δώσει στην Αλ Κάιντα την ευκαιρία να προσπαθήσει να ανακτήσει το προηγούμενο status της» είπε ο φον Λορινγκχόφεν σε συνδιάσκεψη για την ασφάλεια στο Ισραήλ (IDC Herzliya).

«Ενώ το ISIS- Daesh μονοπωλεί την προσοχή του κόσμου για τα τελευταία 4-5 χρόνια, η αλ Κάιντα αναδομεί σιωπηλά τα διεθνή δίκτυα και τις δυνατότητές της» είπε, αναφερόμενος σε δραστηριότητα στο Κασμίρ, στο Αφγανιστάν, τη Συρία, την Υεμένη, τη Σομαλία και τη βόρεια Αφρική.

«Αντίθετα με το ISIS-Daesh, ο στρατηγικός στόχος της αλ Κάιντα είναι να ανακτήσει την ηγεσία ομοϊδεατών ανταρτών και εξτρεμιστών. Ο ανταγωνισμός για τη "νομιμότητα", τους συμμάχους και τα νέα μέλη ανάμεσα στις δύο μεγάλες διεθνείς εξτρεμιστικές οργανώσεις δυνάμει αυξάνει την τρομοκρατική απειλή στο ΝΑΤΟ και τους εταίρους μας».

Η αλ Κάιντα πραγματοποίησε τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, με επακόλουθα τους πολέμους των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Άνδρες των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων σκότωσαν τον ηγέτη της αλ Κάιντα, Οσάμα μπιν Λάντεν, σε κρησφύγετό του στο Πακιστάν το 2011. Λίγο μετά έλαβε χώρα η άνοδος του ISIS, το οποίο έχει στον πυρήνα του μια παρόμοια εξτρεμιστική μορφή του σουνιτικού Ισλάμ. Ωστόσο, τα εδάφη που είχε καταλάβει στη Συρία και στο Ιράκ έχουν σε μεγάλο βαθμό ανακτηθεί τα τελευταία χρόνια από δυνάμεις της συριακής και της ιρακινής κυβέρνησης, με τη στήριξη διαφόρων ξένων συνασπισμών.

Ο φον Λορινγκχόφεν είπε ότι το ΝΑΤΟ εκτιμά πως η μέγιστη ισχύς του ISIS, που ανερχόταν σε περίπου 39.000 μαχητές στη Συρία και στο Ιράκ, έχει υποδιπλασιαστεί, πέφτοντας στους 18.000-20.000, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν διασπαρεί και κρυφτεί μεταξύ των δύο χωρών.

«Μία τάση που προβληματίζει πολύ είναι η συντεταγμένη προσπάθεια της οργάνωσης να χρησιμοποιεί προπαγάνδα για να ριζοσπαστικοποιεί γυναίκες και ανηλίκους, που έχουν αναδειχθεί ως νέος στόχος για στρατολόγηση τελευταία» είπε σχετικά.