ουκρανία κρίση
© RIA Novosti / Mihail Voskresenskiy
Πολυτάραχο το 2014 για την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Μετά την εμπλοκή στην Ουκρανική κρίση, την ενσωμάτωση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και τη λυσσώδη αντίδραση των ΗΠΑ, η Μόσχα βρήκε νέους, δυνατούς εταίρους, αλλά στάθηκαν μπροστά της και παλιοί εχθροί.

Το 2014 οδεύει προς το τέλος του. Οι μάχες στην εξωτερική πολιτική κοπάζουν, δίνοντας τη δυνατότητα για μια εκτίμηση της κατάστασης. Κοιτώντας πίσω, θα δούμε τη ρωσική σημαία υψωμένη στην Κριμαία και στη Σεβαστούπολη. Θα δούμε επίσης παλιούς και νέους συμμάχους από την Ασία, τη Λατινική Αμερική και Αφρική. Ενώ μπροστά, τις φλόγες ενός ολοκληρωτικού εμφυλίου πολέμου στα ίδια τα σύνορα της Ρωσίας και τις μακρινές απειλητικές αστραπές ενός «Ψυχρού πολέμου χωρίς κανόνες».

Η Ουκρανική κρίση

Στη διάρκεια του 2014 η Μόσχα βρέθηκε να έχει εμπλακεί στην ουκρανική κρίση η οποία, από τη μια πλευρά, οδήγησε στην επιστροφή της Κριμαίας που ως το 1954 αποτελούσε τμήμα της Ρωσίας και από την άλλη, στην πιο μεγάλη κρίση στις σχέσεις με τη Δύση από την εποχή του Ψυχρού πολέμου.

Το Μάρτιο του απερχόμενου έτους πραγματοποιήθηκε στη χερσόνησο δημοψήφισμα στο οποίο οι κάτοικοί της, τρομαγμένοι από την ανάληψη της εξουσίας στο Κίεβο από τους εθνικιστές, και από την προοπτική της βίαιης «ουκρανοποίησης», ουσιαστικά ομόφωνα, εκδήλωσαν την επιθυμία τους να προσχωρήσουν στη Ρωσία. Την απόφαση αυτή υποστήριξε το κοινοβούλιο της Κριμαίας, το οποίο είχε εκλεγεί σύμφωνα με τους ουκρανικούς νόμους το 2010.

Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους καταδίκασαν τις ενέργειες της Ρωσίας, βαπτίζοντάς τις ως βίαιη προσάρτηση, και επέβαλαν σε βάρος της εκτεταμένες οικονομικές κυρώσεις. Ωστόσο, η Μόσχα θεωρεί ότι αν η Κριμαία, με τον κατά τη συντριπτική του πλειοψηφία ρωσόφωνο πληθυσμό της παρέμενε τμήμα της Ουκρανίας, τότε θα είχε την ίδια μοίρα με το Ντονμπάς (τις πολύπαθες τους τελευταίους μήνες περιοχές του Λουγκάνσκ και Ντονιέτσκ).

Ένοπλη σύγκρουση

Μετά την Κριμαία, οι ρωσόφωνες περιοχές της νοτιοανατολικής Ουκρανίας άρχισαν και αυτές να προασπίζονται την πολιτική και πολιτιστική τους παρακαταθήκη, την οποία η νέα ηγεσία της χώρας επεδίωξε να προσβάλει με κάθε μέσο. Κάτι που οδήγησε σε ένοπλη σύγκρουση, το αποτέλεσμα της οποίας δεν ήταν μόνο τα χιλιάδες θύματα και από τις δυο πλευρές, αλλά και οι επιβάτες της πτήσης ΜΗ17, η οποία για αδιευκρίνιστη αιτία βρέθηκε στον εναέριο χώρο πάνω από την εμπόλεμη ζώνη.

Ο πόλεμος αυτός είχε ως αποτέλεσμα να προσαφθούν νέες κατηγορίες κατά της Ρωσίας και να της επιβληθούν κυρώσεις. Παρ' όλα αυτά, η Μόσχα δεν επιθυμεί μια περαιτέρω διάσπαση του γειτονικού κράτους. Ως εκ τούτου, χορηγεί ανθρωπιστική βοήθεια στις αυτοανακηρυχθείσες Δημοκρατίες του Λουγκάνσκ και Ντονιέτσκ, τασσόμενη παράλληλα υπέρ των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ των αυτονομιστών και της κυβέρνησης. Με τη συνδρομή του Κρεμλίνου, υπεγράφη το Σεπτέμβριο η συμφωνία του Μινσκ, η οποία προβλέπει την παύση των εχθροπραξιών και την παραχώρηση στο Ντονμπάς ενός ειδικού καθεστώτος, αλλά οπωσδήποτε ως τμήματος της Ουκρανίας.

Τεταμένες οι σχέσεις

Το πώς θα εξελιχθούν οι διπλωματικές προσπάθειες στο προσεχές μέλλον, δεν είναι προς το παρόν σαφές. Οι σχέσεις Ρωσίας και Δύσης είναι εξαιρετικά τεταμένες, κάτι που φάνηκε καθαρά στη Σύνοδο Κορυφής της G20 τον περασμένο Νοέμβριο στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας. Αντί για προσπάθεια εξομάλυνσης και οι δυο πλευρές προβαίνουν σε ανταλλαγή κυρώσεων και κατηγοριών. Εννοείται ότι ο συναγωνισμός ως προς το ποιος θα τιμωρήσει πιο σκληρά τον αντίπαλο, δεν μπορεί να συνεχιστεί επ' άπειρον, προς το παρόν όμως η τάση για όξυνση της αντιπαράθεσης διατηρείται. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος αποκαλεί ευθέως τη Ρωσία αντίπαλο της συμμαχίας κατά τις επόμενες δεκαετίες

Στροφή ανατολικά

Την ίδια ώρα, η Ρωσία αναζητά νέους εταίρους, εγκαταλείποντας ανοικτά πλέον τα κοινά με τη Δύση προγράμματα. Εύγλωττο παράδειγμα αποτελεί η παραίτηση από την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου South Stream.

Η δήλωση του ρώσου ηγέτη ότι η Ρωσία «δεν μπορεί να συνεχίσει την υλοποίηση» του προγράμματος South Stream, ήχησε στην Άγκυρα, στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν. Η ανάγκη της τουρκικής οικονομίας για φυσικό αέριο και η ετοιμότητα της ρωσικής πλευράς να αυξήσει τις προμήθειες, επεκτείνοντας τον αγωγό Blue Stream, οδήγησαν τους δυο εταίρους που είχαν φιλονικήσει εξαιτίας της κρίσης στη Συρία, να δώσουν πρόθυμα και πάλι τα χέρια.

Περισσότερο φυσικό αέριο θα διοχετευτεί προς την Κίνα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα από τη σύνοδο κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας και Ειρηνικού τον περασμένο Νοέμβριο στο Πεκίνο. Επιπρόσθετα στη συμφωνία που υπεγράφη το Μάιο του 2014 για προμήθεια της Κίνας με φυσικό αέριο από τον ανατολικό αγωγό «Ισχύς της Σιβηρίας», αποφασίστηκε να διπλασιαστεί ο όγκος του εφοδιασμού της χώρας αυτής από τη δυτική διαδρομή «Αλτάι». Ως αντάλλαγμα, όπως αναφέρθηκε σε ανεπίσημες συζητήσεις, οι κινέζοι επιχειρηματίες προτίθενται να επενδύσουν πιο ενεργά στη ρωσική οικονομία, καθώς και να διαθέσουν στη ρωσική αγορά γεωργικά προϊόντα.

Διεθνής συμφωνίες

Η προοπτική αυτή είχε εξεταστεί νωρίτερα σε μια άλλη Σύνοδο Κορυφής, αυτή της BRICS, που είχε διεξαχθεί τον Ιούνιο στη Βραζιλία. Την πρόθεσή τους να αυξήσουν τις εξαγωγές τροφίμων προς τη Ρωσία είχαν εκφράσει επίσης οι οικοδεσπότες της Συνόδου, και όχι μόνο αυτοί. Συνομιλίες για διεύρυνση της συνεργασίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε διεξάγει και με ορισμένους ηγέτες χωρών της Λατινικής Αμερικής. Το φετινό καλοκαίρι ο ρώσος πρόεδρος πραγματοποίησε μια μεγάλη περιοδεία στην Νότια Αμερική στα πλαίσια της οποίας, εκτός από τη Βραζιλία, επισκέφθηκε επίσημα την Κούβα, τη Νικαράγουα και την Αργεντινή.

Ενώ η Ινδία, από την πλευρά της, πρότεινε στη Ρωσία να αντικαταστήσει τα ιατρικά προϊόντα που λαμβάνει από τη Δύση με ινδικά, ιδιαίτερα όσον αφορά τα φάρμακα. Το συγκεκριμένο θέμα συζητήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου στο Νέο Δελχί κατά τη συνάντηση του Πούτιν με τον πρωθυπουργό της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι. Οι δυο πλευρές ενέκριναν σχέδιο για ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας.

Ευρασιατική οικονομική ένωση

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι προαναφερόμενες χώρες, οι οποίες συμφώνησαν σε διάφορες μορφές συνεργασίας με τη Ρωσία, απέκτησαν ακόμη τρεις τουλάχιστον εταίρους, δεδομένου ότι από την 1η Ιανουαρίου θα αρχίσει να λειτουργεί η Ευρασιατική οικονομική ένωση. Ρωσία, Καζακστάν, Λευκορωσία και Αρμενία θα αρχίσουν να εκπληρώνουν την υποχρέωση «να εγγυηθούν την ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων, υπηρεσιών, κεφαλαίων και εργατικού δυναμικού, να διεξάγουν συντονισμένη πολιτική σε βασικούς τομείς της οικονομίας: Στην ενέργεια, βιομηχανία, γεωργία και στις μεταφορές».

Χωρίς κανόνες

Η καθιέρωση ισχυρών δεσμών με τους νέους εταίρους είναι εξαιρετικά σημαντική για τη Ρωσία, ιδιαίτερα λόγω των απαισιόδοξων προοπτικών όσον αφορά την ανάπτυξη των σχέσεων με τις ΗΠΑ που οι ειδικοί τις χαρακτηρίζουν «Ψυχρό πόλεμο χωρίς κανόνες», σε αντίθεση με τον Ψυχρό πόλεμο, κατά τον οποίο η Ουάσιγκτον αναγνώριζε την ύπαρξη ζωνών σοβιετικής επιρροής, και η Μόσχα από την πλευρά της, τις ζώνες αμερικανικής.