social distancing
«Είναι συχνή παρατήρηση ότι ο τρόμος μπορεί να κυριαρχήσει απόλυτα μόνο σε άτομα που είναι απομονωμένα ο ένας από τον άλλο και ότι, ως εκ τούτου, μια από τις πρωταρχικές μέριμνες μιας τυραννικής κυβέρνησης είναι να συντελέσει στην πρόκληση αυτής της απομόνωσης. Η απομόνωση μπορεί να είναι η αρχή του τρόμου. Σίγουρα είναι το πιο εύφορο έδαφος του. Ο τρόμος είναι πάντα το αποτέλεσμα της. Αυτή η απομόνωση είναι προ-απολυταρχική. Το χαρακτηριστικό της είναι η ανικανότητα, στο βαθμό που η δύναμη προέρχεται πάντα από ανθρώπους που ενεργούν συλλογικά, που ενεργούν ενωμένοι. Οι απομονωμένοι άνθρωποι είναι εξ ορισμού αδύναμοι.»

Χάνα Άρεντ, Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού
Ο δυτικός πολιτισμός, με επικεφαλής την αμερικανική κυβέρνηση και τα μέσα μαζικής εξαπάτησης, έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία μαζικής ψυχολογικής τρομοκρατίας που έχει σχεδιαστεί για να καλύψει την καταρρέουσα οικονομία, να δημιουργήσει ένα νέο πρόσχημα για τη συνεχιζόμενη εκστρατεία λεηλασίας της Wall Street, να επιβάλει το αστυνομικό κράτος, να τραυματίσει βαθιά τους ανθρώπους σε υποταγή στη συνολική κοινωνική συμμόρφωση και να επιδεινώσει τον αντικοινωνικό, αντι-ανθρώπινο διαχωρισμό των ανθρώπων.

Το πρόσχημα για αυτό το έμεσμα είναι μια επιδημία που αντικειμενικά είναι συγκρίσιμη με την εποχιακή γρίπη και προκαλείται από το ίδιο είδος κοροναϊού που έχουμε υπομείνει εδώ και χρόνια χωρίς ολοκληρωτικές εξάρσεις και μαζική τρέλα.

Τα παγκόσμια στοιχεία συγκλίνουν στα δεδομένα: Αυτή η γρίπη είναι κάπως πιο μεταδοτική από τον κανόνα και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για όσους είναι ηλικιωμένοι και έχουν ήδη κακή υγεία από προϋπάρχουσες ασθένειες. Δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τον υπόλοιπο πληθυσμό.

Η όλη ιδέα των «lockdowns» είναι ο λανθασμένος τρόπος με τον οποίο κάθε λογική κοινωνία θα ανταποκρινόταν σε αυτήν την κατάσταση.

Είναι οι ευάλωτοι άνθρωποι που πρέπει να προστατευθούν καθώς η φύση ακολουθεί την πορεία της στον γενικό πληθυσμό, που πρέπει να ζήσουν τη ζωή τους ως έχει. Η εξουσιατική-τεχνοκρατική ακαμψία δεν μπορεί να εμποδίσει μια επιδημία από το να αναπαραχθεί ανάμεσα στον πληθυσμό παρά τις αυταπάτες αυτής της θρησκείας, ιδιαίτερα αφού οι δυτικές κοινωνίες επέβαλαν τα μέτρα τους πολύ αργά ούτως ή άλλως.

Επομένως, είναι καλύτερο να αφήσουμε την ανοσία της αγέλης να αναπτυχθεί όσο πιο γρήγορα γίνεται, οπότε και ο ιός θα υποχωρήσει από την έλλειψη ξενιστών (και είναι πιθανό να μεταλλαχθεί σε μια ηπιότερη μορφή στην πορεία). Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να προσφέρουμε ένα ασφαλέστερο περιβάλλον για όλους, συμπεριλαμβανομένων των πιο ευάλωτων πληθυσμών.

Το γεγονός ότι οι περισσότερες κοινωνίες έχουν απορρίψει τη λογική, επιστημονική πορεία υπέρ καταδικασμένων για αποτυχία προσπαθειών για μια βίαιη απομόνωση και αποστείρωση είναι απόδειξη ότι οι κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρονται για τη δημόσια υγεία (σαν να μην το γνωρίζαμε ήδη από τις χιλιάδες πολιτικές αποφάσεις που δηλητηριάζουν το περιβάλλον ενώ καταστρέφουν το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης), αλλά χρησιμοποιούν με ζήλο αυτήν την κρίση που δημιούργησαν τεχνητά, προκειμένου να εγκαταστήσουν την αστυνομική κρατική τους δύναμη προς ολοκληρωτικούς στόχους.

Ολόκληρη η έννοια της αυτο-απομόνωσης και της αντικοινωνικής «αποστασιοποίησης» είναι απάνθρωπη. Για πάνω από εκατομμύρια χρόνια έχουμε ζήσει ως κοινωνικά πλάσματα που ζουν σε πολύ δεμένες ομάδες. Αν και οι σύγχρονες κοινωνίες ιδεολογικά και κοινωνικοοικονομικά έχουν ως σκοπό την μαζική κατανάλωση και τον ατομισμό, παρόλα αυτά σχεδόν όλοι μας εξακολουθούμε να αναζητούμε στενή ανθρώπινη επαφή στη ζωή μας.

(Υποψιάζομαι ότι οι περισσότεροι πράκτορες του διαδικτύου που διαγγέλλουν την απομόνωση δεν είναι μόνο φασίστες στην καρδιά, αλλά είναι μοναχικοί επιβεβαιωμένοι μισάνθρωποι που δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την ανθρώπινη συντροφικότητα.)

Αυτή η εκστρατεία τρομοκρατίας επιδιώκει να καταστρέψει κάθε εναπομείνασα ανθρώπινη συντροφικότητα, δηλαδή, κάθε εναπομείνασα ανθρωπιά, ώστε να απομονώσει τα άτομα σε υποταγή στην απόλυτη κυριαρχία. Η Άρεντ έγραψε εις βάθος για τον στόχο αυτό των ολοκληρωτικών κυβερνήσεων, αν και ακόμη κι η ίδια δεν θα μπορούσε να οραματιστεί αυτήν την κρατικά οδηγημένη αίρεση της κυριολεκτικής διαχώρισης των ατόμων, το ένα από το άλλο.

Μέχρι στιγμής, οι άνθρωποι έχουν υποταγεί εντελώς στην εκστρατεία τρομοκρατίας που είναι αφιερωμένη στην πλήρη εξάλειψη όσων κοινοτήτων είχαν απομείνει στον κόσμο, και ιδιαίτερα, οποιανδήποτε κοινότητα είχε αρχίσει να ξαναχτίζεται.

Κάποιοι ονειρεύονται ότι αυτή η εκστρατεία τρομοκρατίας θα επιφέρει με κάποιο τρόπο μια μαγική συλλογική μεταμόρφωση. Δεν εξηγούν πως θα πραγματοποιηθεί αυτό όταν όλοι είναι τόσο τρομοκρατημένοι που απεγνωσμένα προσπαθούν να αποστασιοποιηθούν ακόμα κι από τη σκιά τους, πόσο μάλλον να έρθουν σε επαφή με άλλους ανθρώπους. Κι όμως, οποιουδήποτε είδους πολιτική ή κοινωνική δράση, οποιαδήποτε οικοδόμηση κάποιου κινήματος, προϋποθέτει στενές επαφές ανάμεσα στους ανθρώπους.

Φαίνεται ότι για τους περισσότερους πάλαι αυτοαποκαλούμενους αντιφρονούντες, το γεγονός ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν αποτελούν υποκατάστατο της οργάνωσης και της ομαδικής δράσης που μπορεί να επιτευχτεί με προσωπική επαφή, γεγονός που μέχρι σήμερα αναγνωρίζεται παγκοσμίως από αυτούς τους αντιφρονούντες, είναι μια άλλη αλήθεια που ξαφνικά πρέπει να εγκαταλειφθεί και να αντικατασταθεί από την πλήρη αντίθεση της.

Έτσι, η εκστρατεία τρομοκρατίας είναι ένας ιός που προκαλεί σε αυτούς που μολύνει να παραιτηθούν από όλο τον ακτιβισμό και κάθε προοπτική για μελλοντικό ακτιβισμό, για όσο διάστημα παραμένουν μολυσμένοι με τον πυρετό αυτής της προπαγάνδας τρομοκρατίας.

Βαθύτερα, και κάτι που προκαλεί απελπισία, η εκστρατεία τρομοκρατίας είναι ένας ιός που κάνει αυτούς που μολύνει να φοβούνται και να απεχθάνονται κάθε ανθρώπινη επαφή, κάθε συντροφικότητα, όλα όσα μας έκαναν ευθύς εξαρχής ανθρώπους. Προηγούμενα ολοκληρωτικά καθεστώτα αναζήτησαν αυτήν την έλλειψη επαφής και εμπιστοσύνης μέσω δικτύων πληροφοριοδοτών.

Αυτά τα δίκτυα αποτελούν επίσης μέρος της σημερινής εκστρατείας τρομοκρατίας, παρακινούμενα από ανώτερα κυβερνητικά στρώματα και προκύπτοντας αυθόρμητα στον πληθυσμό ως αποτέλεσμα του αισθήματος του τρόμου.

Ο σημερινός δυνητικός απολυταρχισμός είναι ακόμα χειρότερος. Τώρα τα καθεστώτα που επιδιώκουν την απόλυτη κυριαρχία έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου και τρομοκρατήσει τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων σε μια αυτόματη φυσική δυσπιστία προς όλους τους άλλους ανθρώπους. Οι άνθρωποι δεν φοβούνται πλέον ότι κάποιος είναι πληροφοριοδότης, φοβούνται την ίδια την ύπαρξη ενός άλλου ανθρώπου.

Οποιοδήποτε είδος ανθρώπινων σχέσεων, από προσωπικές φιλίες και έρωτες έως φιλικές κοινωνικές συγκεντρώσεις και συλλόγους έως κοινωνικά και πολιτιστικά κινήματα καθίστανται αδύνατα υπό τέτοιες συνθήκες. Αυτό απειλεί να είναι το τέλος της ίδιας της έννοιας της κοινής ανθρωπότητας, να αντικατασταθεί από μυρμηγκοφωλιές ατόμων σκλάβων χωρίς συνείδηση πέρα από το φόβο και την ζωική ανησυχία για τροφή και στέγη, κάτι που θα επιτρέπεται ή θα απορρίπτεται με τον ίδιο τρόπο που πράττουν οι πειραματιστές με τους αρουραίους στα εργαστήρια.

Και όσο περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται και μισούν την κυριολεκτική φυσική ύπαρξη όλων των άλλων ανθρώπων, τόσο περισσότερο θα αυξάνονται οι πιθανότητες για απανθρωπιές, από τα αυξανόμενα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας και δολοφονιών μέχρι τους όχλους λιντσαρίσματος και του ναζιστικού τύπου εκστρατείες εξόντωσης.

Αυτός είναι ο τελικός στόχος του συστήματος. Είναι το λογικό τέλος, εκεί όπου οδηγεί η κάθε τάση του σήμερα. Και όλα αυτά δημιουργήθηκαν με αφορμή μια επιδημία που αντικειμενικά είναι μια εποχική γρίπη λιγάκι πιο σοβαρή από το μέσο όρο.

Γιατί οι άνθρωποι να θέλουν να παραδοθούν και να πετάξουν όλη την πραγματικότητα και τη μελλοντική προοπτική της κοινής ανθρωπότητας, της ευτυχίας, της ελευθερίας, της ευημερίας, για κάτι τόσο ασήμαντο; Μιλούμε όντως για μια τελική απολυταρχική αίρεση θανάτου, ο πλανήτης ως ένα τεράστιο Jonestown;

Μέχρι τώρα φαίνεται ότι αυτό θέλει η πλειοψηφία. Εάν δεν θέλουν πραγματικά αυτήν την ολοκλήρωση ενός παγκόσμιου πνευματικού, συναισθηματικού και σωματικού θανάτου, θα πρέπει να ξεκολλήσουν από αυτό το ψυχικό παραλήρημα που προκαλείται από τον τρόμο, προτού να είναι πολύ αργά.