γλυπτά παρθενώνα
Υπέρ της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, τάσσεται σε άρθρο γνώμης η συντάκτρια των Sunday Times, Σάρα Μπάξετερ (Sarah Baxter).

Καλεί μάλιστα τον Βρετανό πρωθυπουργό, Μπόρις Τζόνσον, «να επιστρέψει τα γλυπτά στην Αθήνα γιατί εκεί ανήκουν», γεγονός που θα αποτελούσε «μια μεγάλη χειρονομία φιλίας και αλληλεγγύης».

Χαρακτηρίζει το νέο μουσείο της Ακρόπολης «υπέροχο», και «πολύ πιο όμορφο από το χώρο χωρίς παράθυρα που αφιερώνεται στα γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο».

Επίσης, εκφράζει θαυμασμό για το αποτέλεσμα των εργασιών αποκατάστασης των γλυπτών που το μουσείο της Ακρόπολης έχει στην κατοχή του.

Στη συνέχεια αναφέρεται στην ιστορία των γλυπτών ως εξής:

«Δεν υπάρχει αμφιβολία, κατά τη γνώμη μου, ότι ήταν βανδαλισμός.

»Τα γλυπτά κατάφεραν σχεδόν να επιβιώσουν από τις καταστροφές του χρόνου, τους πολέμους και την έκρηξη μιας αποθήκης όπλων, όταν ο Έλγιν εμφανίστηκε στην Αθήνα στις αρχές του 19ου αιώνα ως πρεσβευτής στην Υψηλή Πύλη, στους Οθωμανούς κατακτητές.

»Μόλις εξασφάλισε την απαραίτητη "άδεια" για να αφαιρέσει αντικείμενα από τα ερείπια γύρω από τον Παρθενώνα (το αρχικό έγγραφο δεν βρέθηκε ποτέ, αν και υπάρχει μια "μετάφραση"), έστειλε εργάτες σε σκάλες να σπάσουν - με αμβλύ εργαλείο- τα μάρμαρα που βρίσκονται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο.

»Ακόμη και τότε, η υποτιθέμενη πράξη διάσωσης θεωρήθηκε από κάποιους, όπως ο Λόρδος Βύρων, ως έγκλημα.

»Ο Έλγιν σχεδόν έχασε τα κιβώτια με τα μάρμαρα, όταν το πλοίο του βυθίστηκε στο ταξίδι προς τη Μάλτα και έπρεπε να διασωθούν από τον πυθμένα της Μεσογείου.

»Όχι μόνο αυτό, η επιθυμία του ήταν να κοσμήσουν το σπίτι των προγόνων του, το Broomhall House, για τη δική του δόξα, αναγκάστηκε όμως να τα πουλήσει στο κράτος όταν ξέμεινε από χρήματα (το σπίτι εξακολουθεί να έχει κομμάτια που το Βρετανικό Μουσείο δεν θέλησε να πάρει)».

Το άρθρο κλείνει αναφέροντας ότι ο Έλγιν είχε σκεφτεί να αποσπάσει και την Πύλη των Λεόντων των Μυκηνών, αλλά ήταν πολύ βαριά για να τη μεταφέρει.

Η συντάκτρια του άρθρου πιστεύει ότι με την επιστροφή των Γλυπτών, η Μεγάλη Βρετανία θα επωφεληθεί με το δανεισμό σημαντικών αρχαιοτήτων από την Ελλάδα για περιοδικές εκθέσεις σε μια σταθερή βάση συνεργασίας και καλεί για άλλη μια φορά τον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον να επιδείξει την αγάπη του για τον αρχαίο κόσμο κάνοντας το σωστό.

Ζήτημα εθνικής αξιοπρέπειας η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα

«Στοιχείο εθνικής αξιοπρέπειας» για την Ελλάδα, το οποίο οι υπέρμαχοι του Brexit θα πρέπει να αντιληφθούν ως κομμάτι και της δικής του αντίληψης, χαρακτηρίζει ο βρετανικός Guardian την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα.

Σε άρθρο γνώμης του γνωστού βρετανικού μέσου υπενθυμίζεται η ρήτρα της Ελλάδας και της Ιταλίας, στο προσχέδιο της νέας εμπορικής σχέσης της ΕΕ και της Μεγάλης Βρετανίας.

Η συγκεκριμένη ρήτρα απαιτεί την επιστροφή «παράνομα απομακρυσμένων πολιτισμικών αντικειμένων» στη χώρα προέλευσής τους.

Να σημειωθεί πως η ρήτρα δεν αναφέρεται ρητά στα Γλυπτά καθώς η κίνηση αφορά κατά κύριο λόγο το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων σε οίκους δημοπρασιών του Λονδίνου.

Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρεται στον Λόρδο Βύρωνα ο οποίος στο έργο του, «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», εκφράζει τη θλίψη του για την απομάκρυνση Γλυπτών από την Αθήνα

Παράλληλα, αναφέρεται στην απορριπτική στάση της βρετανικής κυβέρνησης απέναντι στο ενδεχόμενο επιστροφής των Γλυπτών με κύριο επιχείρημα πως το Βρετανικό Μουσείο βασίζεται στο κύρος του ως ένα διεθνώς αναγνωρισμένο ίδρυμα, που εκθέτει θησαυρούς του κόσμου στους επισκέπτες του.

Την ίδια ώρα το δημοσίευμα αφήνει αιχμές για τη στάση αυτή της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει, όπως αναφέρει, με καχυποψία τις «κοσμοπολίτικες» αξίες,

«Οι υποστηρικτές του Brexit εμμένουν με πάθος στη σημασία της αυτοκυριαρχίας, της εθνικής αυτοεκτίμησης και αξιοπρέπειας καθώς και της υπερηφάνειας για τα επιτεύγματα του παρελθόντος. Έτσι, ό,τι ισχύει για τη Βρετανία θα πρέπει να ισχύει και για την Ελλάδα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος.

Τέλος, σημειώνει πως η επιστροφή των Γλυπτών θα σήμαινε αναγνώριση της νομιμότητας της σημασίας της συναισθηματικής αξίας μιας ευρωπαϊκής χώρας, η οποία επλήγη για μια δεκαετία από την οικονομική κρίση.