antizionism is not antisemitism
«Το Ισραήλ εργαλειοποιεί τον αντισημιτισμό ως όπλο για να φιμώνει τους επικριτές του. Καταχράται τη μνήμη των Εβραίων που υπέφεραν στο παρελθόν από τον αντισημιτισμό και αποδυναμώνει τον δίκαιο αγώνα ενάντια στον αντισημιτισμό σήμερα... Αυτό που θα συμβεί στο εγγύς μέλλον είναι μια προσπάθεια από ΗΠΑ και Ισραήλ να αποπολιτικοποιήσουν το ζήτημα της Παλαιστίνης: θα ισχυριστούν ότι είναι μόνο ένα οικονομικό και ανθρωπιστικό ζήτημα, όχι πολιτικό. Επομένως δεν θα υπάρχει ανάγκη για την εκπλήρωση του παλαιστινιακού δικαιώματος για αυτοδιάθεση ή απελευθέρωση ή για το δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων».

Αυτά υποστηρίζει ο Ισραηλινός Ιλαν Πάπε, καθηγητής Ιστορίας και διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παλαιστινιακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Εξετερ στην Αγγλία, ο οποίος βρέθηκε στην Ελλάδα προσκεκλημένος από το BDS Greece, την ελληνική πρωτοβουλία του διεθνούς κινήματος για το μποϊκοτάζ του κράτους του Ισραήλ, μαζί με την ακτιβίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ραφίφ Ζιαντά.

Στις ομιλίες τους με τίτλο «Παλαιστίνη: Εποικιστική αποικιοκρατία, σιωνισμός και κίνημα BDS» αναφέρθηκαν στις τελευταίες εξελίξεις στα παλαιστινιακά εδάφη, το «κυνήγι μαγισσών» εναντίον όσων στέκονται αλληλέγγυοι στον Παλαιστινιακό λαό, την τεράστια απήχηση που γνωρίζει το κίνημα BDS σε όλο τον κόσμο, αλλά και την νέα συζήτηση περί αντισημιστισμού.

Είναι γεγονός η αναβίωση του αντισημιτισμού παγκοσμίως, η οποία σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές εντάσσεται στο πλαίσιο των εξάρσεων του φανατισμού που βιώνουμε ευρύτερα τα τελευταία πέντε χρόνια.

Μάλιστα, ο Τραμπ, μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στις 11 Δεκέμβρη, υπέγραψε το Προεδρικό Διάταγμα για την «καταπολέμηση του αντισημιτισμού». Ηταν το φυσικό επακόλουθο μιας ολόκληρης πορείας πλήρους ευθυγράμμισης με τις απαιτήσεις του Ισραήλ, μετά από τη μεταφορά της αμερικάνικης πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ και τη νομιμοποίηση των εβραϊκών εποικισμών στη Δυτική Οχθη.

Την ίδια ώρα, άρθρο του αμερικανικού αριστερού περιοδικού Jacobin με τίτλο «Ο αντισιωνισμός δεν είναι αντισημιτισμός», καταγγέλλει την προσπάθεια περιορισμού της κριτικής στην ισραηλινή πολιτική με την επίκληση του αντισημιτισμού και αποδοκιμάζει το σχετικό νομοσχέδιο που εγκρίθηκε στη Γαλλία από την Εθνοσυνέλευση της χώρας και εξισώνει αντισημιτισμό και αντισιωνισμό.

Ποια είναι όμως η διαφορά ανάμεσα στον αντισιωνισμό και τον αντισημιτισμό και γιατί η ταύτιση των δυο, που επιχειρείται από αρκετές κυβερνήσεις, αποτελεί απειλή για τις εβραϊκές και παλαιστινιακές κοινότητες σε όλο τον κόσμο;

Η ιστορία και οι έννοιες

Σύμφωνα με το λειτουργικό ορισμό του αντισημιτισμού, όπως τον έχει καθορίσει η «Παγκόσμια Συμμαχία Μνήμης του Ολοκαυτώματος» (IHRA), «αντισημιτισμός είναι μια συγκεκριμένη αντίληψη για τους Εβραίους, η οποία ενδέχεται να εκφράζεται ως μίσος προς τους Εβραίους. Οι ρητορικές και φυσικές εκδηλώσεις του αντισημιτισμού στρέφονται κατά Εβραίων ή μη Εβραίων και/ή της περιουσίας τους, κατά θεσμών της εβραϊκής κοινότητας και θρησκευτικών εγκαταστάσεων».

Όπως όμως τονίζει και ο πρέσβης του Kράτους της Παλαιστίνης στην Ελλάδα Μαρουάν Εμίλ Τουμπάσι, «ο αντισημιτισμός είναι φανατισμός εναντίον όλων των σημιτών (Αράβων, Χριστιανών Αράβων και Μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής, Κανανιτών, ορισμένων Αιθίοπων, Αραμαΐων και Εβραίων). Ο αντισιωνισμός αντιτίθεται στην πολιτική ιδεολογία του σιωνισμού, ένα κίνημα που επιμένει σε όλες τις πολιτικές του εκφάνσεις να δίνει προτεραιότητα στα δικαιώματα των Εβραίων εις βάρος των Παλαιστινίων που ζουν εκεί, στην πατρίδα τους από αρχαιότατους χρόνους».

Σύμφωνα με τον Μαρουάν Εμίλ Τουμπάσι, «οι ορισμοί που εισήχθησαν από το IHRA ακολουθούνται επίσης από παραδείγματα που υποδηλώνουν ότι κάθε στόχευση ή κριτική στο Ισραήλ ή ''ο ισχυρισμός ότι η ύπαρξη κράτους του Ισραήλ αποτελεί μια ρατσιστική προσπάθεια'' θα μπορούσε να είναι ρατσιστική και αντισημιτική. Η κριτική που ασκείται στην ισραηλινή πολιτική της τρομοκρατίας, της εθνοκάθαρσης, των εκτοπισμών, των μαζικών συλλήψεων και του απαρτχάιντ, ακόμη και από ισραηλινές ομάδες και ανθρωπιστικές οργανώσεις, δεν αποτελεί επίθεση κατά του Ιουδαϊσμού, θρησκεία που σεβόμαστε όπως κάθε άλλη και δεν μπορεί να θεωρηθεί πράξη ρατσισμού. Η παλαιστινιακή και αραβική απόρριψη του σιωνισμού δεν είναι θέμα εθνικής, θρησκευτικής ή κοινωνικής εχθρότητας έναντι των Εβραίων, αλλά απόρριψη των αποικιακών πολιτικών του Ισραηλινού καθεστώτος».

Ετσι η τελευταία δήλωση του Μπενιαμίν Νετανιάχου πως «το Ισραήλ είναι το κράτος-έθνος του εβραϊκού λαού και μόνο» στην πραγματικότητα είναι ωμός ρατσισμός και αντισημιτισμός εναντίον των Παλαιστινίων, των χριστιανών και των μουσουλμάνων που ζουν στο Ισραήλ.

Όπως εξηγεί ο Τζόζεφ Μάσααντ, καθηγητής σύγχρονης ιστορίας της αραβικής πολιτικής και διανόησης στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, υπάρχουν πολλές παρεξηγήσεις σχετικά με τον όρο αντισημιτισμός ανάμεσα στους Εβραίους, τους Άραβες και τους Ευρωπαίους χριστιανούς. Ο όρος συνδέθηκε με την περιγραφή συμπεριφορών που θεωρούνται αντιεβραϊκές, και περιστασιακά αντιαραβικές, αλλά σε μεγάλο μέρος η χρήση του είναι αναχρονιστική και ανιστορική. Ενώ οι σιωνιστές και οι υποστηριχτές τους χρησιμοποιούν την κατηγορία του αντισημιτισμού ενάντια σε κάθε έναν που αντιτίθεται στο Ισραήλ και τις πολιτικές του, ιδιαίτερα, αν και όχι αποκλειστικά, στον αραβικό κόσμο, οι Άραβες προσβάλλονται, θεωρώντας ότι είναι Σημίτες και επομένως, εξορισμού δεν μπορούν να είναι αντισημίτες.

Ο όρος «Σημίτης» εφευρέθηκε από Ευρωπαίους φιλόλογους το 18ο αιώνα ως τρόπος διάκρισης των γλωσσών κατηγοριοποιώντας τες σε «οικογένειες» που κατάγονται από την ίδια «μητέρα - γλώσσα», με την οποία σχετίζονται. Σε αυτό το πλαίσιο, οι γλώσσες ταξινομήθηκαν σε «ινδοευρωπαϊκές», «σημιτικές» κ.λπ. Οι φιλόλογοι ισχυρίστηκαν ότι τα αραβικά, τα εβραϊκά, τα αραμαϊκά, τα αμχαρικά κτλ. ήταν «σημιτικές» γλώσσες, αν και ποτέ δεν μπόρεσαν να βρουν μια σημιτική «μητέρα - γλώσσα», από την όποια να προέρχονται όλες.

Τον 19ο αιώνα και με την άνοδο του ευρωπαϊκού φυλετικού ρατσισμού, όσοι μισούσαν τους Εβραίους δεν μπορούσαν πλέον να επαφίενται στις θρησκευτικές διαφορές για να ορίσουν τους Εβραίους της εποχής μετά το Διαφωτισμό ως αντικείμενο του μίσους τους. Αφού η θρησκεία δεν αποτελούσε πλέον μέρος μιας επιχειρηματολογίας που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε μία «ορθολογική και επιστημονική» Ευρώπη, έπρεπε να βρεθεί μία νέα βάση για το μίσος κατά των Εβραίων.

Σε συμφωνία με την υιοθέτηση της εβραϊκής Βίβλου από την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση και την θεώρηση των σύγχρονων Ευρωπαίων Εβραίων σαν απευθείας απόγονων των αρχαίων Εβραίων, όσοι μισούσαν τους Εβραίους στην εποχή μετά το Διαφωτισμό άρχισαν να προσδιορίζουν τους Εβραίους σαν «Σημίτες», στο έδαφος ότι οι υποτιθέμενοι πρόγονοί τους μιλούσαν εβραϊκά. Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι αρχαίοι Εβραίοι μιλούσαν αραμαϊκά, τη γλώσσα στην οποία γράφτηκε το Ταλμούδ, όπως και τμήματα της Βίβλου. Με βάση τη νέα αυτή φιλολογική ταξινόμηση και τις σχετικές μ' αυτήν φυλετικές κατηγοριοποιήσεις των βιολογικών επιστημών, οι Εβραίοι προικίστηκαν με την ένταξη σ' αυτήν την γλωσσολογική κατηγορία που γρήγορα μετατράπηκε σε φυλετική κατηγορία. Ανάλογα, όσοι μισούσαν τους Εβραίους, αυτοπροσδιορίστηκαν σαν «αντισημίτες». Έτσι, αντικείμενο του ευρωπαϊκού αντισημιτισμού υπήρξαν πάντοτε οι Ευρωπαίοι Εβραίοι.

Η αξίωση πολλών σήμερα, ότι κάθε εκδήλωση μίσους ενάντια στους Εβραίους, σε κάθε γεωγραφική τοποθεσία πάνω στη γη και σε κάθε ιστορική περίοδο, είναι «αντισημιτισμός», αποτελεί χοντρή παρεξήγηση της ευρωπαϊκής ιστορίας του αντισημιτισμού. Ενώ η καταπίεση, το μίσος και οι διακρίσεις ενάντια στις εβραϊκές κοινότητες ως τέτοιες, απαντάται σε πολλές περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, η βάση του μίσους αυτού είναι διαφορετική από αυτήν του σύγχρονου αντισημιτισμού, αφού οι πηγές της έμπνευσής του δεν ήταν η ορθολογική επιστήμη ή η φιλολογία του Διαφωτισμού, αλλά θρησκευτικές, πολιτικές και οικονομικές θεωρήσεις που έκαναν τους Εβραίους αποδιοπομπαίους τράγους. Αυτό μπορεί να μην έχει σημασία για όσους επιθυμούν μόνο να παράγουν μια δακρύβρεχτη ιστορία των Ευρωπαίων Εβραίων, αλλά είναι κρίσιμο για την κατανόηση του πώς οι ταυτότητες που παράχθηκαν από την εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού διαφέρουν απ' αυτές προηγούμενων περιόδων και ότι λειτουργούν σαν νέες βάσεις για τον εθνικισμό, το ρατσισμό, την καταπίεση, τις διακρίσεις και την απελευθέρωση, και για τους σύγχρονους μηχανισμούς που τέθηκαν σε εφαρμογή για να θεσμοθετήσουν τέτοιες ταυτότητες και κατηγοριοποιήσεις των ανθρώπων.

Σύμφωνα όμως με τον Τζόζεφ Μάσααντ, το αμυντικό επιχείρημα μερικών ότι οι Άραβες δεν μπορούν να είναι «αντισημίτες» επειδή είναι «Σημίτες» είναι εξίσου λανθασμένο και απλοϊκό. Όπως λέει χαρακτηριστικά «πρέπει να δηλώσω ότι δεν πιστεύω ότι κάποιος είναι Σημίτης περισσότερο απ' όσο πιστεύω ότι κάποιος άλλος είναι Άρειος και δεν πιστεύω ότι οι Άραβες και οι Εβραίοι πρέπει να δηλώνουν με περηφάνια ότι είναι Σημίτες γιατί οι Ευρωπαίοι ρατσιστές τους κατηγοριοποίησαν ως τέτοιους».

Πολλοί στον αραβικό κόσμο και έξω από αυτόν νομίζουν ότι οι Ευρωπαίοι Εβραίοι ήταν αυτοί που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «Σημίτες» και όχι οι Ευρωπαίοι χριστιανοί που εφηύραν τον όρο. Φυσικά, αυτή η παρεξήγηση είναι κατανοητή, με δεδομένο το γεγονός ότι ο σιωνισμός, που υιοθέτησε συλλήβδην αντισημιτικά ιδεολογήματα, αποκαλεί επίσης τους Εβραίους «Σημίτες» και ξεκίνησε να θεωρεί τους Εβραίους φυλετικά Σημίτες από τα τέλη του 19ου αιώνα, και συνεχίζει μέχρι σήμερα. Υπ' αυτήν την έννοια, όχι μόνο πολλοί Άραβες νομίζουν ότι οι «Σημίτες» είναι μια κατηγορία εβραϊκής έμπνευσης, αλλά το ίδιο κάνουν και πολλοί Ευρωπαίοι Εβραίοι, που υπήρξαν (και σε ορισμένες περιπτώσεις συνεχίζουν να αποτελούν) θύματα αυτού του αντιεβραϊκού προσδιορισμού.

Υπάρχουν από την άλλη Άραβες σήμερα που είναι αντιεβραίοι, και δανείζονται την αντιεβραϊκή ρητορική τους, όχι από την παλαιστινιακή εμπειρία, αλλά από την ευρωπαϊκή αντισημιτική ρητορική. Το θέμα είναι ότι πολλοί Άραβες χριστιανοί και μουσουλμάνοι μπορεί να είναι αντιεβραίοι, όπως πολλοί Εβραίοι μπορεί -και πολλοί Αμερικάνοι και Ισραηλινοί Εβραίοι συχνά είναι- αντιάραβες ρατσιστές, ακόμη κι αν πολλοί απ' αυτούς τους Εβραίους και Άραβες χρησιμοποιούν τον όρο «Σημίτης» σαν αυτοπροσδιορισμό.

Μετά το ολοκαύτωμα, το σιωνιστικό επιχείρημα έχει ως εξής: Εφόσον οι Εβραίοι ήταν τα θύματα του ολοκαυτώματος, έχουν το δικαίωμα να εποικίσουν την Παλαιστίνη και να ιδρύσουν εκεί ένα εβραϊκό κράτος εποίκων. Βέβαια, το γεγονός ότι οι Εβραίοι σφαγιάστηκαν, δεν δίνει στους σιωνιστές το δικαίωμα να κλέψουν την πατρίδα κάποιου άλλου και να σφαγιάσουν τον παλαιστινιακό λαό.

Έτσι ο αντισιωνισμός κυρίως αντιτίθεται στην πολιτική ιδεολογία του σιωνισμού, ένα κίνημα που επιμένει σε όλες τις πολιτικές του εκφάνσεις να δίνει προτεραιότητα στα δικαιώματα των Εβραίων εις βάρος των Παλαιστινίων που ζουν εκεί, στην πατρίδα τους από αρχαιότατους χρόνους.

Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο όπου το μίσος είναι εμφανές παντού. Αν οι αντισημίτες παρουσίαζαν τους Εβραίους σαν προαγωγούς της διαφθοράς, σαν τραπεζίτες που ελέγχουν τον κόσμο, σαν ανατροπείς, σαν δηλητηριαστές χριστιανικών πηγαδιών, οι Άραβες και οι μουσουλμάνοι σήμερα παρουσιάζονται σαν να έχουν τον έλεγχο της αγοράς πετρελαίου και γι' αυτό των οικονομικών αγορών, σαν προαγωγοί του μίσους και της διαφθοράς των πολιτισμένων χριστιανικών και εβραϊκών κοινωνιών, σαν βίαιοι τρομοκράτες και σαν πιθανοί μαζικοί δολοφόνοι.

Ναι, ο αντισημιτισμός ζει και βασιλεύει σήμερα παγκόσμια και τα κύρια θύματά του είναι οι Άραβες και οι μουσουλμάνοι και όχι πλέον οι Εβραίοι. Γι αυτό ο αγώνας πρέπει να είναι ενάντια σε κάθε αντισημιτισμό, άσχετα ποιο είναι το αντικείμενο της καταπίεσής του, Άραβας ή Εβραίος.