Βρετανικό MI5
Απόφαση που θα προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων έλαβε βρετανικό δικαστήριο, το οποίο έκρινε «θεμιτή» την πολιτική που επιτρέπει σε πράκτορες να διαπράττουν σοβαρά αδικήματα, ακόμη και δολοφονίες ή βασανιστήρια, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Στη δικαιοσύνη είχαν προσφύγει τέσσερις οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποστηρίζοντας ότι είναι αντίθετο με τη βρετανική νομοθεσία και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να έχουν οι πράκτορες της MI5 ή ακόμη και πληροφοριοδότες το δικαίωμα να διαπράττουν σοβαρά εγκλήματα.

Το δικαστήριο απεφάνθη, με οριακή πλειοψηφία, ότι η πρακτική αυτή είναι θεμιτή.

Θέση της κυβέρνησης ήταν πως είναι αδύνατον για την MI5 να λειτουργήσει διαφορετικά, να συλλέξει πληροφορίες και να αποτρέψει τρομοκρατικές επιθέσεις χωρίς πράκτορες και πως είναι αναγκαίο να επιτρέπεται σ' αυτούς να εμπλέκονται σε παράνομες πράξεις. Ωστόσο, επισήμανε ότι δεν τους χορηγεί ασυλία.

Το Δικαστήριο Ερευνητικών Εξουσιών (IPT), που εξετάζει υποθέσεις σχετικές με τις υπηρεσίες πληροφοριών, συμφώνησε με την άποψη αυτή, φέρνοντας ως παράδειγμα τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις. Όμως δύο από τα πέντε μέλη του διαφώνησαν.

«Η υπόθεση αυτή θέτει ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που μπορεί να αντιμετωπίσει μια δημοκρατική κοινωνία που διέπεται από το κράτος δικαίου», ανέφερε στην απόφασή του το IPT. «Τα γεγονότα των τελευταίων ετών, για παράδειγμα στο Μάντσεστερ και το Λονδίνο το 2017, υπογραμμίζουν την ανάγκη για τη συλλογή πληροφοριών και άλλων δραστηριοτήτων προκειμένου να προστατευθεί το κοινό από σοβαρές τρομοκρατικές απειλές», συνεχίζει.

Οι τέσσερις οργανώσεις που προσέφυγαν στο δικαστήριο (Privacy International, Reprieve, Committee on the Administration of Justice και Pat Finucane Centre), η κάποτε απόρρητη πολιτική της MI5 εφαρμόζεται τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αλλά έγινε γνωστή μόνο όταν η πρώην πρωθυπουργός Τερέζα Μέι το παραδέχτηκε δημοσίως, το 2018.