Ανοιχτό τραύμα στην πολύπαθη ελληνική οικονομία, αποτελεί το ρωσικό εμπάργκο στις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων και κυρίως των αγροτικών. Το Sputnik καταγράφει τις ζημιές και ψάχνει λύσεις.
μήλα
© Sputnik / Alexandr Polegenko
Πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν από την επιβολή κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Ρωσία και την απάντηση της Μόσχας σε αυτές. Οι κυρώσεις συνεxίζονται, καθώς και το εμπάργκο που επέβαλε η Ρωσία στα ευρωπαϊκά προϊόντα, με αποτέλεσμα την απώλεια εκατομμυρίων ευρώ από τις ελληνικές εξαγωγές που σταμάτησαν.

Έτσι, αγροτικοί συνεταιρισμοί αποδυναμώνονται και αυξάνουν τα χρέη τους.

Ο Κώστας Ταμπακιάρης, πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού Νάουσας, ενός από τους μεγαλύτερους συνεταιρισμούς εξαγωγών νωπών προϊόντων στην Ελλάδα, μιλώντας στο Sputnik χαρακτηρίζει το εμπάργκο ανοιχτή πληγή.

«Η ζημιά του ρωσικού εμπάργκο δεν έχει αποκατασταθεί, το 85% των προϊόντων που εξάγαμε απευθύνονταν στην αγορά της Ρωσίας. Η κατάσταση δεν έχει αλλάξει τη τελευταία πενταετία. Η αγορά της Ρωσίας ήταν μια σημαντική διέξοδος που δεν υπάρχει πια. Οι αγορές που αναζητήσαμε δεν μας καλύπτουν καθώς είναι μικρές αγορές και δεν μπορούν αντικαταστήσουν την αγορά της Ρωσίας. Η κατανάλωση είναι χαμηλή. Υπάρχει ενδιαφέρον, αλλά δεν μπορούν να απορροφήσουν μεγάλες ποσότητες. Όσο καταναλώνει η Ρωσία, καταναλώνει όλη η Ευρώπη».

Ο ίδιος ασχολείται με τις εξαγωγές πάνω από 20 χρόνια.

Για να αποτυπώσει το μέγεθος του προβλήματος, δίνει ως παράδειγμα την Κίνα, εξηγώντας ότι τα προϊόντα δεν μπορούν να φτάσουν στο άλλο ημισφαίριο. «Πρόκειται για ευπαθή προϊόντα και για αυτό, αδυνατούν να φτάσουν σε μακρύτερες αγορές. Δεν μπορούν να πάνε στην Κίνα για παράδειγμα, γιατί η ζωή του ροδάκινου είναι 10 μέρες».

Και συνεχίζει:

«Ο τζίρος του συνεταιρισμού 850 μελών, από 22 εκατ. ευρώ έφτασε στα 10 εκατ. περίπου, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2018. Κεράσι, βερύκοκο, ροδάκινο δεν μπορούν να φτάσουν σε άλλες αγορές πλην της Ρωσίας. Στην Ουκρανία πηγαίνουν κάποια φορτία αλλά δεν έχει καμία σχέση με το μέγεθος αγοράς της Ρωσίας».

Τα μέλη του συνδέσμου είδαν, λοιπόν, τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται.

«Περίπου 30-40% μειωμένα, είναι τα έσοδα των μελών. Το ίδιο ισχύει και με τις τιμές. Όταν δουλεύαμε με τη ρωσική αγορά οι τιμές ήταν περίπου 30-40% πάνω. Ποιος είναι ο ζημιωμένος; Ο παραγωγός που μειώνει και το επίπεδο της ζωής του», προσθέτει ο κ. Ταμπακιάρης.

Την ίδια ώρα, δεν είναι λίγοι όσοι αντιμετώπισαν βιοποριστικά ζητήματα μετά από το εμπάργκο λόγω μείωσης παραγωγής και εισοδημάτων.

«Σήμερα, το κόστος παραγωγής (λιπάσματα, καύσιμα, ΦΠΑ) αυξάνεται και σε συνδυασμό με τις χαμηλές τιμές πώλησης επιδεινώνουν μια ήδη δύσκολη κατάσταση. Ας μην ξεχνάμε, ότι ο αγροτικός κόσμος στο μεγαλύτερο ποσοστό δεν μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις, χρωστάει σε τράπεζες, προμηθευτές κλπ. Οι περισσότεροι παραγωγοί έχουν δάνεια που δεν μπορούν να αποπληρώσουν και αν αυτά τα κόκκινα δάνεια ξεπουληθούν θα χάσουν τις περιουσίες τους. Εμείς ανήκουμε σε αυτούς που δεν έχουν χρέη σε τράπεζες. Οι υπόλοιποι όμως έχουν», υπογραμμίζει.

Υπάρχει λύση;

Φυσικά, η προσπάθεια για ανάκαμψη μέσω εξωστρέφειας συνεχίζεται, με τους παραγωγούς να ψάχνουν τη λύση και μια εξ αυτών είναι η ίδρυση μεικτών ελληνορωσικών εταιρειών.

Το 2015, η Ρωσία πρότεινε στην ελληνική κυβέρνηση έναν τρόπο υπέρβασης του εμπάργκο. Να στηρίξει την ιδιωτική πρωτοβουλία για την κατασκευή μεικτών ελληνορωσικών εταιρειών με έδρα τη Μόσχα.

«Θα θέλαμε να επανέλθει η πρόταση στο προσκήνιο. Θα μπορούσαμε να συστήσουμε τέτοιου είδους εταιρείες και έτσι παύει να υφίσταται το εμπάργκο. Μακάρι να μπορούσε να γίνει και να βρούμε τέτοιους τρόπους για να ξαναπάμε στη ρωσική αγορά. Το ιδεατό βέβαια είναι να αρθεί άμεσα το εμπάργκο», τονίζει ο Κ. Ταμπακιάρης.

Με αριθμούς

Τα προϊόντα των εξαγωγών προς τη Ρωσία που σταμάτησαν ήταν αγροτικά προϊόντα, κυρίως ροδάκινα, ακτινίδια, κεράσια, εσπεριδοειδή και άλλα. Η πλειονότητα προερχόταν από παραγωγούς που συγκροτούν οκτώ μεγάλους συνεταιρισμούς στην ευρύτερη περιοχή της Βέροιας και της Νάουσας.

Το Sputnik επικοινώνησε με τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Εξαγωγέων (ΠΣΕ) για να εξετάσει με αριθμούς, τη ζημιά του εμπάργκο στην ελληνική οικονομία.

Από τα στοιχεία του συνδέσμου, προκύπτει ότι ενώ το 2013 οι ελληνικές εξαγωγές στη Ρωσία άγγιξαν τα 406 εκατομμύρια ευρώ, το 2014 με την επιβολή του εμπάργκο, έπεσαν στα 356 εκατομμύρια ευρώ. To 2015 κατρακύλησαν στα 213,1 εκατ.ευρώ, ενώ το 2016 βρέθηκαν στα 215,2 εκατ. (μια ελάχιστη άνοδος σημειώθηκε τότε στα πετρελαιοειδή). Το 2017 ανήλθαν στα 234 εκατομμύρια (μικρή άνοδος σε άλλα τρόφιμα και βιομηχανικά είδη) και το 2018 στα 231,2 εκατ. ευρώ.

Οι παραγωγοί δυσκολεύονται

«Με το εμπάργκο ήρθε ένα μεγάλο πλήγμα», λέει ο Δημήτρης Λογγιζίδης, πρόεδρος του ΑΣ Επισκοπής. «Έχουμε χάσει από το εισόδημά μας συνολικό ποσοστό 40-50% και προσπαθούμε να ασχοληθούμε ενεργά με ευρωπαϊκές αγορές. Όταν φεύγει κανείς από τη Ρωσία που είναι μια αχανής αγορά, είναι δύσκολο να μπει σε άλλες μικρότερες αγορές που υπάρχουν και άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Τα μέλη μας περασαν πολύ δύσκολα λόγω του εμπάργκο και της μείωσης των τιμών. Πολλά προϊόντα σάπιζαν σε χωράφια και ψυγεία γιατί δεν μπορούσαν να διατεθούν».

«Έχουμε βρει και άλλες αγορές αλλά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη ρωσική αγορά», αναφέρει στο Sputnik o Βασίλης Μπουγάς υπεύθυνος παραγωγής του ΑΣΕΠΟΠ Νάουσας. «Διατηρούμε 800 μέλη και πριν το εμπάργκο 70% της δουλειάς γινόταν με τη Ρωσία. Σήμερα όλοι έχουν χάσει 30-40% του εισοδήματός τους. Ουκρανία Πολωνία, Λιθουανία, νωπά προϊόντα πρέπει να λυθεί το εμπάργκο, αν αρθεί θα είναι ό,τι καλύτερο».

Πέρα από τους εκατοντάδες παραγωγούς που ζημιώθηκαν από το ρωσικό εμπάργκο, υπάρχουν και οι παράπλευρες απώλειες σε άλλους που δεν έκαναν εμπόριο με τη Ρωσία.

«Δεν χάσαμε άμεσα από το ρωσικό εμπάργκο γιατί πολύ λίγα προϊόντα μας, πήγαιναν εκεί», επισημαίνει ο Βασίλης Γαλάνης, πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού Νέος Αλιάκμων Ημαθίας.

«Πρόκειται για παράπλευρη απώλεια, καθώς οι ανταγωνιστές μας στράφηκαν προς αυτές τις αγορές που κινούμασταν εμείς δηλαδή Γερμανία Αυστρία, Σλοβενία, Κροατία. Και όταν εμφανίζονται αρκετοί παρόμοιοι παίκτες μαζί σε μια αγορά, οι τιμές συμπιέζονται. Η πίτα δηλαδή έπρεπε να μοιραστεί σε περισσότερους. Άρα η ρωσική αγορά πρέπει να ανοίξει το συντομότερο».

Μία άλλη παράπλευρη απώλεια του εμπάργκο αποτελεί το εμπόριο της γούνας, με τους Ρώσους να της γυρνούν την πλάτη ανταποκρινόμενοι στην οδηγία της κυβέρνησής τους για τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Ωστόσο, για πρώτη φορά το 2018, μετά από χρόνια, το 20,7% των εξαγώγιμων προϊόντων του 2018 από τη χώρα μας προς τη στη Ρωσία, είναι η γούνα, σύμφωνα με τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Εξαγωγέων.