λιβύη ρωσία
Ο εθνικός στρατός της Λιβύης (LNA) αφού κατηγόρησε την Τουρκία και το Κατάρ για την υποστήριξη που παρέχουν στους τζιχαντιστές που μάχονται στη χώρα, ζήτησε την υποστήριξη της Μόσχας και προσωπικά του Πούτιν για να επανέλθει η χαμένη, εδώ και επτά χρόνια - όπως και στη Συρία, πολιτική σταθερότητα και ειρήνη στη Λιβύη.

Προχωρώντας, ακόμη, περισσότερο ο εκπρόσωπος του LNA Ahmed Mismari δήλωσε στο «Sputnik» σήμερα ότι για να λυθεί το πρόβλημα της Λιβύης χρειάζεται επίσης δέσμευση από τη Ρωσία και του ίδιου του πρόεδρου της Βλαντίμιρ Πούτιν, για την απομάκρυνση των εξωτερικών παραγόντων από τη χώρα, για παράδειγμα της Τουρκίας, του Κατάρ και της Ιταλίας.

«Η ρωσική διπλωματία μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά» τόνισε και είπε, ακόμη, στο «Sputnik» «ότι περισσότεροι από 100 στρατιώτες του που είχαν τραυματιστεί σε συγκρούσεις με εξτρεμιστές ισλαμιστές, έλαβαν ιατρική περίθαλψη στη Ρωσία, προσθέτοντας ότι αυτό είχε «καλή εντύπωση στις ένοπλες δυνάμεις» της Λιβύης.

Ο LNA βρίσκεται σε στενή επαφή με τη Ρωσία, καθώς ο ηγέτης του στρατηγός Khalifa Haftar, που ορισμένοι ήθελαν να κατευθύνεται από τη CIA, επισκέφθηκε τη Μόσχα για να πραγματοποιήσει συνομιλίες με Ρώσους αξιωματούχους. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Μίσμαρι, η Ρωσία δεν έχει παραδώσει στη Λιβύη όπλα, λόγω του διεθνούς εμπάργκο.

Κατά τη διάρκεια της δυτικής στρατιωτικής επέμβασης το 2011 που ανέτρεψε τον Καντάφι, η Ρωσία δεν είχε αρχικά αντιρρήσεις για τις αεροπορικές επιθέσεις του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, αφού ο Καντάφι συνελήφθη και σκοτώθηκε, ο Πούτιν κατηγόρησε τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους ότι υπερέβησαν την αποστολή τους.

Ο Χαφτάρ, πρώην διοικητής της Σοβιετικής Ένωσης στον στρατό του Καντάφι, είχε στραφεί εναντίον του ηγέτη της Λιβύης και έζησε για δύο δεκαετίες στην εξορία στις ΗΠΑ πριν λάβει μέρος στην εξέγερση κατά του συνταγματάρχη.

Το 2014 διεξήγαγε στρατιωτική εκστρατεία, η οποία έλεγε ότι αποσκοπούσε στην απομάκρυνση των τρομοκρατών από τη χώρα και κατέλαβε μεγάλο τμήμα της ανατολικής Λιβύης, συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων από τους κύριους λιμένες εξαγωγής του πετρελαίου της χώρας.

Από τότε άλλαξαν πολλά και πολύ περισσότερο η στάση της Μόσχας όπως δείχνουν οι τελευταίες στατιστικές για το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών.

Η εξέγερση του 2011 είχε σχεδόν σταματήσει την οικονομική συνεργασία μεταξύ τους. Πάνω από δώδεκα μεγάλα έργα στην παραγωγή πετρελαίου, την κατασκευή, την πυρηνική ενέργεια και την υγειονομική περίθαλψη σταμάτησαν, τότε.

Το 2016, το εμπόριο των χωρών έπεσε στα 74 εκατομμύρια δολάρια και αφορούσε αποκλειστικά τις ρωσικές γεωργικές εξαγωγές. Το επόμενο έτος, παρόλο που η ποικιλία των αγαθών παρέμεινε ουσιαστικά η ίδια, το εμπόριο σχεδόν διπλασιάστηκε φτάνοντας τα 135 εκατομμύρια δολάρια.

Το πρώτο τρίμηνο του 2018, οι εισαγωγές σιτηρών της Λιβύης από τη Ρωσία μειώθηκαν κατά 54% από την ίδια περίοδο του 2017, αλλά η γκάμα των προϊόντων αυξήθηκε. Τα μέταλλα αποτελούσαν περίπου το ένα τρίτο των ρωσικών εξαγωγών στη Λιβύη και των χημικών, περίπου το 10%. Η Ρωσία προηγουμένως δεν εξήγαγε καμία από αυτές τις ομάδες εμπορευμάτων στη Λιβύη.

Σύμφωνα με τον Ρώσο ειδικό απεσταλμένο στην Τρίπολη, Λεβ Ντένγκοφ, μεγάλες ρωσικές εταιρείες, κυρίως εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου όπως η Tatneft, ενδιαφέρονται να επιστρέψουν στην αγορά της Λιβύης.

Λόγω των ζητημάτων ασφαλείας, η λειτουργία τους εκεί είναι δύσκολη, αν όμως γίνει αισθητή η ρωσική στρατιωτική παρουσία, τότε όλα θα γίνουν πιο εύκολα.

Ο Ντένγκοφ ανέφερε επίσης ότι τον περασμένο Μάιο οι «εκπρόσωποι των υπηρεσιών ασφάλειας της Λιβύης» επισκέφθηκαν τη Μόσχα για να συναντηθούν με τους Ρώσους ομολόγους τους. «Οι Λίβυοι εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους για παραδόσεις ρωσικών συστημάτων ασφαλείας» δήλωσε, αλλά δεν έδωσε λεπτομέρειες.

Όπως και να έχει πάντως η Μόσχα βρίσκεται σε διάλογο τόσο με τον Χαφτάρ όσο και την εκλεγμένη κυβέρνηση (εθνικής συνεννόησης) της Λιβύης ώστε να έχει πρόσβαση, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των επικείμενων εκλογών ή εξελίξεων στη χώρα, στα αποθέματα του λιβυκού πετρελαίου.