trump petersburg attack flowers
Οι τελευταίες μέρες ήταν τρομακτικά ενδιαφέρουσες στον γεωπολιτικό κόσμο των τρομοκρατικών επιθέσεων και όσον αφορά το «βαθύ κράτος εναντίον Τραμπ» (που δεν είναι καθόλου αμοιβαία αποκλειόμενα γεγονότα).

Πρώτα σημειώθηκε η επίθεση στην Αγία Πετρούπολη όπου ένας νεαρός άντρας από το Κιργιστάν χωρίς κανένα ιστορικό βιαιότητας, αποφάσισε να πυροδοτήσει μια βόμβα στο μετρό σκοτώνοντας τον ίδιο και 14 άλλους αθώους πολίτες. Η ρωσική αστυνομία βρήκε στη σκηνή του εγκλήματος το DNA του Ακμπαρζόν Τζαλίλοφ, ο οποίος ζούσε στη Ρωσία εδώ και χρόνια. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Τζαλίλοφ ενήργησε μόνος του, ή ότι ήταν ο «εγκέφαλος» πίσω από αυτή τη θηριωδία. Όπως έχω εικαστεί σε πολλές άλλες περιπτώσεις, οποιοσδήποτε αφελής και εύκολα χειρίσιμος, που μπορεί να μεταφέρει ένα σακίδιο, που κάποιος άλλος του έδωσε, σε κάποια συγκεκριμένη τοποθεσία, μπορεί να μετατραπεί σε ανυποψίαστο «βομβιστή αυτοκτονίας».

Ποιος/οι θα μπορούσαν να ήταν συνεργός/οι του Τζαλίλοφ; Σύμφωνα με τα δυτικά ΜΜΕ, κάπου στα ψηλά της λίστας ενόχων βρίσκεται κι ο ίδιος ο Πούτιν. Το BBC δήλωσε με ευκολία ότι η βομβιστική επίθεση ήταν «κάποιου είδους προσπάθεια για να αποσπάσουν την προσοχή από εκκλήσεις για διερεύνηση της διαφθοράς και απαιτήσεις για την παραίτηση του προέδρου Πούτιν...»


Έτσι, ε; Για συνέχισε ανταποκριτή του BBC. Τι εννοείς ακριβώς όταν λες ότι αυτή η βομβιστική επίθεση ήταν «προσπάθεια για να αποσπάσουν την προσοχή»; Θέλεις όντως να πεις ότι ένα κράτος (η Ρωσία σε αυτή την περίπτωση) μπορεί να ξεπεράσει τα όρια σε σημείο που να πραγματοποιήσει μια βομβιστική επίθεση που να σκοτώσει δικούς του πολίτες κι έπειτα να ενοχοποιήσει ένα «μουσουλμάνο τρομοκράτη» ώστε να ανακατευθύνει την προσοχή του κοινού προς μια συγκεκριμένη αφήγηση; Εάν ναι, αυτό ακούγεται σαν μια εξωφρενική θεωρία συνωμοσίας που είναι επίσης επικίνδυνη. Αν συνεχίσεις να μιλάς έτσι θα πρέπει να επανεξετάσουμε την αφήγηση αναφορικά με τις επιθέσεις της 9/11, ή αυτές στο Λονδίνο, ή τη Μαδρίτη, κτλ!

Ο αρθρογράφος του New York Post, Τζον Ποτχόρετζ, επανέλαβε το ίδιο συναίσθημα σημειώνοντας ότι ήταν «ενδιαφέρον ότι η βομβιστική επίθεση στην Αγία Πετρούπολη συνέβηκε αμέσως μετά τις διαδηλώσεις».
John Podhoretz
Παράλληλα, ο διπλωματικός συντάκτης του Sky New, Ντομινίκ Γουάγκχορν, παρουσιάστηκε πιο επιφυλακτικός, αλλά αισθάνθηκε σίγουρος ότι η ρωσική κυβέρνηση θα χρησιμοποιούσε την επίθεση για να πατάξει τις διαδηλώσεις «κατά της διαφθοράς», «δεδομένου τι γνωρίζουμε για το πώς λειτουργούν οι ρωσικές αρχές».

Την επομένη της επίθεσης στην Αγία Πετρούπολη, μια επίθεση με «χημικά όπλα» στη βορειοδυτική επαρχία Ιντλίμπ της Συρίας προκάλεσε το θάνατο περίπου 70 ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και πολλά παιδιά. Η ταχύτητα με την οποία οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία κατηγόρησαν την συριακή κυβέρνηση για την επίθεση, και κάλεσαν έκτακτη σύνοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για να καταδικάσουν τη Δαμασκό, και λόγω συνεργασίας τη Ρωσία και το Ιράν, και απείλησαν με μονομερή στρατιωτική δράση εναντίον της Συρίας, μας κάνει να πιστεύουμε ότι ανάμεναν να συμβεί μια τέτοια επίθεση, ή ακόμα κι ότι γνώριζαν πως θα συμβεί. Άλλωστε, οι «επιθέσεις με χημικά όπλα» είναι το casus belli των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Πρώτα με τον Σαντάμ Χουσεΐν το 1990 κι έπειτα το 2003 (που και στις δυο περιπτώσεις αποδείχτηκαν ψευδείς κατηγορίες). Μετά ήταν η Συρία το 2013 (που επίσης αποδείχθηκε ως ψευδής κατηγορία) όταν ένας βομβαρδισμός της χώρας από το ΝΑΤΟ αποτράπηκε την τελευταία στιγμή λόγω της έμπειρης ρωσικής διπλωματίας.
idlib chemical attack
Η κυβέρνηση του Άσαντ απέρριψε τις κατηγορίες και επέρριψε την ευθύνη στους κολλητούς της Δύσης στη Συρία, γνωστούς και ως «μετριοπαθείς αντάρτες» ή «μισθοφόρους τζιχαντιστές» (ανάλογα με το πόσο ρεαλιστές είστε). Κι αυτή φαίνεται να είναι η λογική εξήγηση του τι σηνέβηκε, αφού (όπως προαναφέραμε) την τελευταία φορά που οι ΗΠΑ κατηγόρησαν την συριακή κυβέρνηση πως επιτέθηκε εναντίον του λαού της με χημικά όπλα, σύντομα αποδείχθηκε ότι οι τζιχαντιστές φίλοι της Δύσης ήταν οι υπεύθυνοι. Και στις δυο περιπτώσεις, στην Γκούτα το 2013 και στην Ιντλίμπ αυτή τη βδομάδα, η κυβέρνηση του Άσαντ δεν θα κέρδιζε τίποτα αλλά θα έχανε τα πάντα εάν επιτιθόταν σε σύριους πολίτες με τέτοιο βάναυσο τρόπο. Η επίθεση του 2013 έλαβε χώρα στην ίδια ημέρα που έφτασαν στη χώρα οι επιθεωρητές όπλων του ΟΗΕ για να κάνουν έλεγχο στα συριακά αποθέματα χημικών όπλων. Εάν ο Άσαντ ήθελε να χαρακτηριστεί ως βάναυσος δικτάτορας και να δώσει δικαιολογία στο ΝΑΤΟ να ανατινάξει τη χώρα του (και τον ίδιο) σε κομμάτια, αυτή θα ήταν η καλύτερη στιγμή και ο καλύτερος τρόπος για να το επιτύχει.

Η ίδια λογική ισχύει ακόμα πιο πολύ για την επίθεση στην Ιντλίμπ. Αυτή τη στιγμή ο Άσαντ βρίσκεται στην πλεονεκτικότερη θέση που έχει βρεθεί ποτέ κατά τη διάρκεια των 6 ετών όπου η Δύση εξαπέλυσε τον πόλεμο εναντίον της κυβέρνησης του και του λαού του. Γιατί να θέλει να δωρίσει τους δυτικούς πολεμόχαρους τη δικαιολογία να βομβαρδίσουν τη χώρα του «νόμιμα» χωρίς να επιτύχει ο ίδιος οποιοδήποτε όφελος;

Ο Τραμπ σε μεγάλους μπελάδες με το Βαθύ Κράτος


Απ' ότι φαίνεται, ο Ντόναλντ Τραμπ αγωνίζεται το βαθύ κράτος των ΗΠΑ πολύ πριν από την ορκωμοσία του. Αυτό που αναδεικνύει ξεκάθαρα τα «συμφέροντα του βαθιού κράτους» είναι οι οικτρές προσπάθειες των δυτικών ΜΜΕ να πλασάρουν στους αναγνώστες τους τους καθαρά ψεύτικους «φακέλους των υπηρεσιών πληροφοριών». Έχουμε υπομείνει μήνες παράλογων ισχυρισμών ότι «η Ρωσία ενεπλάκη στις αμερικανικές εκλογές για χάρη του Τραμπ» και ότι «ο Τραμπ έχει διασυνδέσεις με τη Ρωσία». Το τι προσπαθούν να επιτύχουν αυτοί οι άνθρωποι είναι τόσο ξεκάθαρο που προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι δεν τους έχει απορρίψει γελώντας ολόκληρος ο πλανήτης μέχρι στιγμής.

Ο Τραμπ φαινόταν πως μπορούσε να αντέξει αυτή τη σφοδρή επίθεση για κάποιο διάστημα, αλλά πρόσφατα οι «εκπρόσωποι του βαθιού κράτους» ανέβασαν ψηλότερα τον πήχη, με τον δημοκρατικό γερουσιαστή Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ να προβλέπει απροκάλυπτα μια «συνταγματική κρίση» που αφορά μια «επικείμενη» μομφή εναντίον του Τραμπ. Συγκρίνοντας την περίπτωση του Τραμπ με αυτή του Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος παραιτήθηκε το 1974 υπό την απειλή μομφής, ο Μπλούμενταλ δήλωσε την περασμένη Δευτέρα:
Η πιθανότητα ένα ανώτατο δικαστήριο να χρειαστεί να επιβάλει κλήτευση στον πρόεδρο των ΗΠΑ δεν αποτελεί κενή εικασία μόνο. Έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν στη δίκη Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον Νίξον.
Την περασμένη εβδομάδα, τόσο η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Νίκη Χάλεϊ όσο και ο υφυπουργός Ρεξ Τίλλερσον, ανάφεραν ότι οι ΗΠΑ δεν θα επικεντρωθούν πλέον στην προσπάθεια για απομάκρυνση του Άσαντ:
Πάντως, η Ν. Χάλεϊ, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, είπε χαρακτηριστικά σχετικά με τον Ασαντ: «Διαλέγεις τις μάχες σου και όταν κοιτάμε σε αυτή την υπόθεση, βλέπουμε πως πρόκειται για αλλαγή προτεραιοτήτων και η προτεραιότητά μας πλέον δεν είναι να εστιάζουμε στο πώς θα ξεφορτωθούμε τον Ασαντ. Θα εστιάσουμε στο πώς θα ασκήσουμε πίεση εκεί, ώστε να μπορέσουμε να αρχίσουμε να κάνουμε μία αλλαγή στη Συρία»
Πριν την Χάλεϊ, προηγήθηκε η ξεκάθαρη δήλωση του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον, στην Αγκυρα, πως ο συριακός λαός θα πρέπει να καθορίσει στο μέλλον τη θέση του Σύρου Προέδρου, Μπασάρ Ασαντ, προκαλώντας αντιδράσεις από τη λεγόμενη αντιπολίτευση που στηρίζεται στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ένα τμήμα της οποίας βρίσκεται στις λεγόμενες έμμεσες ενδοσυριακές διαπραγματεύσεις στη Γενεύη, με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ.
Τώρα, ακόμα κι ο Τραμπ δηλώνει ότι η επίθεση με χημικά όπλα στη Συρία έχει αλλάξει τη γνώμη του σχετικά με την Συρία και τον Άσαντ, αποκαλώντας την (σε κλασσικό ύφος αμερικανικής «ανθρωπιστικής παρέμβασης») ως «προσβολή κατά της ανθρωπότητας»:
«Η στάση μου σχετικά με την Συρία και τον Άσαντ έχει αλλάξει τόσο πολύ... μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο. Θα σας πω ότι η επίθεση εναντίον των παιδιών που συνέβη χθες, είχε μεγάλη επίδραση πάνω μου - μεγάλη επίδραση. Όταν σκοτώνεις αθώα παιδιά... αυτό ξεπερνά πολύ τα όρια» - Τραμπ.
Αυτή την εβδομάδα, την ίδια μέρα του σχολίου του Μπλούμενταλ περί «μομφής», η Αγία Πετρούπολη δέχθηκε βομβιστική επίθεση και τα δυτικά ΜΜΕ έριξαν την ευθύνη στον Πούτιν. Την επόμενη μέρα σημειώθηκε η επίθεση με χημικά στη Συρία. Την επομένη αυτού, η διοίκηση του Τραμπ (με εκπρόσωπο τη Νίκη Χάλεϊ) επιτέθηκε εναντίον Συρίας και Ρωσίας στον ΟΗΕ με απειλές πολέμου, και ο Τραμπ άλλαξε εντελώς τη στάση του ως προς τη Συρία. Και πριν από δυο μέρες, ο Στηβ Μπάνον διώχθηκε από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας.

Και ακόμα δεν πιστεύεται ότι υπάρχει «βαθύ κράτος» στις ΗΠΑ;