όταν μας αγνοούν
Όλοι ξέρουμε πώς είναι να στέλνουμε ένα γραπτό μήνυμα ή ένα mail -ή ακόμη και να παίρνουμε τηλέφωνο- και να μη μας απαντούν. Όλοι ξέρουμε επίσης τι ακριβώς σκεφτόμαστε, όταν μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, αποφασίζουμε να μην απαντήσουμε σε μία κλήση, ή να αφήσουμε ένα μήνυμα με την ένδειξη «μη αναγνωσμένο», προκειμένου να το απαντήσουμε αργότερα. Δηλαδή, ποτέ. Ακόμη χειρότερα: με τον ίδιο τρόπο αποφασίζουμε κάποτε να συμπεριφερθούμε, για να τερματίσουμε μια σχέση. Δεν είναι μόνο θέμα δειλίας. Κυρίως είναι ότι δεν αποφασίσαμε, όχι τι θέλουμε να κάνουμε, αλλά τον τρόπο με τον οποίο θέλαμε να διαχειριστούμε την κατάσταση. Η αμεσότητα που απαιτούν τα μέσα επικοινωνίας της σύγχρονης ζωής δεν βοηθά πάντα προς αυτή την κατεύθυνση.

Ωστόσο, το να νιώθουμε ότι μας αγνοούν, είναι ένα από τα πιο καταστροφικά συναισθήματα. Είναι το ισχυρότερο όπλο εναντίον της ανθρώπινης αυτοπεποίθησης, ίσως, ο μοναδικός δρόμος που μπορεί να περπατήσει κανείς, αν θέλει να περιπλανηθεί αποκλειστικά σε αρνητικές σκέψεις: σύμφωνα με τον Kipling D. Williams, καθηγητή ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Purdue, είναι το ασφαλέστερο διαβατήριο για τη χώρα του πόνου, της υπαρξιακής αγωνίας για την ακρίβεια.

Όπως έχει αναλύσει στην έξοχη διατριβή του "The Agony of Ostracism" (μτφρ.: Το μαρτύριο του οστρακισμού), όταν κάποιος όχι απλώς μας απορρίπτει, αλλά μας αγνοεί, πρακτικά μπλοκάρει την πνευματική μας δραστηριότητα και μας βυθίζει σε ένα πέλαγος αβεβαιότητας. Το πρώτο -το μπλοκάρισμα, δηλαδή, των εγκεφαλικών ικανοτήτων μας, αφορά την ανθρώπινη ικανότητα να μπορεί να προβλέψει μελλοντικές κινήσεις και μοντέλα συμπεριφοράς. Το δεύτερο, κατά τον ίδιο, βυθίζει τον άνθρωπο στον πανανθρώπινο και πανάρχαιο φόβο της επιβίωσης. Όπως λέει, η ανθρώπινη κατασκευή δεν είναι φτιαγμένη για τέτοιες συμπεριφορές: πρέπει να γνωρίζει αν κάτι είναι άσπρο ή μαύρο, για να καταρτίσει μοντέλο επιβίωσης. Το γκρι είναι το οδυνηρότερο σενάριο που μπορεί να κληθεί να διαχειριστεί.

Ακόμη πιο συγκεκριμένα, ο εγκέφαλος μας δεν αγαπά την αβεβαιότητα. Όταν δεν είμαστε σίγουροι για κάτι -οτιδήποτε κι αν είναι αυτό- ακόμη και η πιθανότητα της απειλής ενεργοποιεί αυτόματα το λεμφικό μας σύστημα να βρίσκεται σε επιφυλακή. Τότε είναι που η ικανότητά μας να εστιάζουμε σε ό,τι κάνουμε, ατροφεί. Μελέτη του 2005 έχει ήδη αποκαλύψει ότι αρκεί ένα μικρό ασαφές κομμάτι μέσα στην καθημερινότητα μας για να ενεργοποιήσει την αμυγδαλή -την περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την επεξεργασία των συναισθηματικών μας αντιδράσεων- αυξάνοντας τη ροή αίματος. Όσο μεγαλύτερη η ασάφεια, τόσο περισσότερο ο οργανισμός αντιλαμβάνεται την κατάσταση ως απειλή. Κατά τους επιστήμονες, πρόκειται για την ίδια αντίδραση που εκδηλώνεται, όταν κάποιος καταλαβαίνει ότι παραβιάστηκε το σπίτι του ή ότι τον έκλεψαν. Εκείνα τα δευτερόλεπτα αβεβαιότητας για το τι θα συμβεί αμέσως μετά, πυροδοτούν μία βασανιστική έκρηξη αγωνίας στο ανθρώπινο σώμα.

Ναι, αλλά γιατί; Πέρα από τους αρχέγονους φόβους της επιβίωσης, στη σύγχρονη ζωή αυτού του είδους η απειλή έχει εκλείψει. Γιατί, λοιπόν, βιώνουμε τέτοιο υπαρξιακό τρόμο, όταν κάποιος μας αγνοεί; Όπως λέει ο Williams αυτή η σιωπηρή διαχείριση, δεν είναι παρά ένα εργαλείο τιμωρίας και χειρισμού, ειδικά όταν προέρχεται από άτομα, στα οποία με κάποιο τρόπο έχουμε συνδεθεί συναισθηματικά. Από εκεί και μετά -όλο το υπόλοιπο που προκύπτει ως αίσθημα- είναι, σύμφωνα με μελέτες, η προβολή των δικών μας αισθημάτων και αναγκών, πάνω στον άνθρωπο, από τον οποίο -ας το πούμε απλά- μόλις φάγαμε άκυρο. Ο μόνος τρόπος διαχείρισης αυτής της αγωνιώδους κατάστασης είναι η ήρεμη εξέταση της κατάστασης. Και η προσπάθεια να μην αφεθούν περιθώρια να συνεχιστεί επί μακρόν - για το καλό της υγείας μας, κυρίως.

Με στοιχεία από Guardian