τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική
Επιστήμονες απεικονίζονται στη φωτογραφία να μετράνε την ηλιακή ακτινοβολία στην Ανταρκτική (φωτ. αρχείου)
Η τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική δείχνει σημάδια συρρίκνωσης, κατά κύριο λόγο χάρις στο Πρωτόκολλο του Μοντρεάλ του 1987, που απαγόρευσε τη χρήση χλωροφθορανθράκων (CFC) και παρόμοιων ουσιών.

Το στρώμα του όζοντος, μια περιοχή της στρατόσφαιρας της Γης που απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της υπεριώδους ακτινοβολίας από τον Ήλιο, λειτουργεί ως φυσικό αντιηλιακό του πλανήτη, προστατεύοντας ανθρώπους, ζώα και φυτά από τη βλαβερή ηλιακή ακτινοβολία.

Τη δεκαετία του 1980, οι επιστήμονες παρατήρησαν μια δραματική λέπτυνση του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική. Η ζημιά οφειλόταν κυρίως στα αέρια γνωστά ως χλωροφθοράνθρακες, τα οποία χρησιμοποιούνταν ευρέως σε μονάδες κλιματισμού, ψυγεία και χημικά σπρέι.

Σε μια προσπάθεια για την προστασία του στρώματος όζοντος, τα κράτη του πλανήτη συμφώνησαν τη σταδιακή κατάργηση των ουσιών που καταστρέφουν το όζον μέσω μιας διεθνούς συνθήκης που έγινε γνωστή ως το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ.

Τώρα, η συμφωνία αυτή φαίνεται πως στέφθηκε με επιτυχία, καθώς μια νέα μελέτη αποκάλυψε ότι το στρώμα του όζοντος στην Ανταρκτική δείχνει σημάδια ανάκαμψης.

Σύμφωνα με νέα μελέτη του MIT, με επικεφαλής την καθηγήτρια ατμοσφαιρικής χημείας και κλιματικής επιστήμης Σούζαν Σόλομον, η τρύπα του όζοντος πιστεύεται ότι έχει συρρικνωθεί κατά περισσότερο από τέσσερα εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα και δεν είναι πλέον τόσο βαθιά όσο παλαιότερα.

Οι ερευνητές επίσης διαπίστωσαν ότι περισσότερο από το 50% της συρρίκνωσης μπορεί να αποδοθεί στη μείωση του ατμοσφαιρικού χλωρίου. Το χλώριο φυσικά δεν βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στην ατμόσφαιρα, αλλά η χρήση CFC το εισάγει στο στρώμα του όζοντος.

Παρόλο που η πλήρης ανάκαμψη δεν αναμένεται να συμβεί μέχρι τα μέσα του αιώνα, οι ειδικοί επισημαίνουν πως η συνθήκη του 1987 είναι ήδη επιτυχημένη.