Ακριβώς 190 χρόνια πριν, υπεγράφη το πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο Ρωσία, Βρετανία και Γαλλία αναγνώρισαν την ανεξαρτησία του νέου κράτους της Ελλάδας. Η επιστροφή της χώρας των Ελλήνων στον χάρτη της Ευρώπης υπήρξε ένα πολύχρονο όνειρο των μοναρχών της Ρωσίας, οι οποίοι έβλεπαν τους Έλληνες ως Ορθόδοξους αδελφούς και συμμάχους στον πόλεμο με τους Τούρκους. Αλλά στο τέλος
η ελληνική ανεξαρτησία παραλίγο να κοστίσει στους Ρομανώφ το ίδιο το στέμμα τους.
Ξεκινώντας από το 1801 και έως και την πτώση της μοναρχίας, τους Ρώσους αυτοκράτορες τους έλεγαν είτε Αλέξανδρους είτε Νικόλαους. Αλλά προηγουμένως στη δυναστεία των Ρομανώφ δεν χρησιμοποιούνταν τέτοια ονόματα και, λαμβάνοντας υπ' όψιν στην περίπτωσή τους την ευλάβεια προς τις παραδόσεις, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν. Την ιδιόμορφη αυτή «επανάσταση» την ξεκίνησε η Αικατερίνη Β΄, διατάσσοντας να δοθούν στα εγγόνια της ελληνικά ονόματα -Αλέξανδρος (προς τιμήν του Αλεξάνδρου του Μακεδόνα), Κωνσταντίνος (προς τιμήν του Μεγάλου Κωνσταντίνου) και Νικόλαος (από τις ελληνικές λέξεις «νίκη» και «λαός»).
Το ζήτημα ήταν ότι η αυτοκράτειρα είχε ένα φιλόδοξο γεωπολιτικό σχέδιο, που, προϊόντος του χρόνου, τής έγινε σχεδόν έμμονη ιδέα: η αναγέννηση του Βυζαντίου με την μορφή της Ελληνικής αυτοκρατορίας -ενός συμμαχικού στη Ρωσία κράτους, με την ίδρυση του οποίου η Οθωμανική αυτοκρατορία και το Ισλάμ θα εκδιωχθούν από την Ευρώπη.
Η ιδέα αυτή, κοιτώντας την από τον 21
ο αιώνα, μπορεί να θεωρηθεί ως ακραία θρησκευτική μισαλλοδοξία, αλλά πρέπει να κατανοήσουμε ότι η Οθωμανική αυτοκρατορία δημιουργήθηκε και επεκτάθηκε επί της ιδέας της μεταστροφής της Ευρώπης και όλου του γνωστού τότε κόσμου στο Ισλάμ. Ωστόσο, ο πολιτισμικός θρησκευτικός αγώνας ήταν για την Αικατερίνη, σε μεγάλο βαθμό ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα - ο έλεγχος των Στενών του Βοσπόρου ενδιέφερε την Πετρούπολη σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό.