Εικόνα

Το καλύτερο για την Ουκρανία είναι να διώξει το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ, και τους άλλους περιφερειακούς παίχτες από την χώρα
, δήλωσε ο πρώην γερουσιαστής και υποψήφιος πρόεδρος Ρον Πωλ. Χωρίς την ανάμιξη εξωτερικών παραγόντων στον εμφύλιο πόλεμο, το Κίεβο θα επικεντρώσει την προσοχή του στην οικονομία που καταρρέει.

"Διώξτε τους ξένους από εκεί [Ουκρανία], διώξτε τους Ευρωπαίους, διώξτε τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τους Ρώσους", είπε ο Ρον Πωλ στο Διεθνές Συνέδριο Σπουδαστών για την Ελευθερία στην Ουάσιγκτον την Παρασκευή. "Θα υπάρχει μικρότερη διάθεση για εμφύλια σύρραξη, γιατί θα αναγκαστούν να ανησυχήσουν για το χρέος τους. Το θέμα είναι και οικονομικό. Πρέπει να καταλάβετε πως η χώρα είναι εντελώς χρεοκοπημένη".


"Δεν είμαι υπέρ του Πούτιν, δεν είμαι υπέρ της Ρωσίας, είμαι υπέρ των γεγονότων", δήλωσε με έμφαση υπερασπιζόμενος την τοποθέτησή του. "Η Κριμαία δεν είναι ακριβώς ξένη χώρα, για τους Ρώσους. Αλλά είμαι ουδέτερος για αυτό το θέμα", είπε ο πρώην υποψήφιος πρόεδρος.

Ο Πωλ, ένας 79χρονος συνταξιούχος ιατρός που πέρασε σχεδόν τρεις δεκαετίες ως γερουσιαστής στο Αμερικανικό κογκρέσο αντιπροσωπεύοντας την πολιτεία του Τέξας, επανέλαβε προηγούμενες δηλώσεις του, σημειώνοντας πως ότι συνέβη τον τελευταίο χρόνο στην Ουκρανία ήταν ένα "πραξικόπημα" που είχε σχεδιαστεί από το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους δυτικο-Ουκρανούς. "Ένα πράγμα γνωρίζουμε με σιγουριά, πως εμείς [ΗΠΑ] είχαμε επικοινωνία μεταξύ του Υπουργείου των Εξωτερικών μας και του πρέσβη μας στην χώρα πριν το πραξικόπημα - για το ποιόν θα τοποθετούσαμε στην εξουσία. Και αυτοί σχεδίασαν μέρος του πραξικοπήματος".

Όταν η εξέγερση στο Κίεβο στην αρχή του 2014 οδήγησε στην εκδίωξη του τότε προέδρου Βίκτορ Γιανούκοβιτς, ο Πωλ παρότρυνε πως οι ΗΠΑ πρέπει "να κρατήσουν τα χέρια τους εκτός Ουκρανίας και να τους αφήσουν να λύσουν τα ίδια τους τα προβλήματα". Πολλοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης και της Βοηθού Γραμματέα για Ευρωπαϊκά και Ευρασιατικά θέματα του Υπουργείου Εξωτερικών, την Βικτόρια Νιούλαντ, έχουν κατηγορηθεί για ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας.

Οι διαμαρτυρίες στο κεντρικό Κίεβο έχουν κοπάσει σε μεγάλο βαθμό από τότε, και ο Πέτρο Ποροσένκο, ο τωρινός ηγέτης της χώρας, εκλέχθηκε δημοκρατικά τον περασμένο Μάη. Παρόλα αυτά, αυτό δεν έλυσε τα προβλήματα της Ουκρανίας, καθώς ο Ποροσένκο υποστήριξε τις λεγόμενες "αντι-τρομοκρατικές επιχειρήσεις" κατά των ανατολικών περιοχών της χώρας, που ξεκίνησαν από την πραξικοπηματική προσωρινή κυβέρνηση.

Το Κίεβο έστειλε συμβατικά και εθελοντικά τάγματα στρατιωτών στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ νωρίτερα τον Απρίλιο, έπειτα από την άρνηση των επαναστατών να αναγνωρίσουν την νέα κυβέρνηση της χώρας. Η διαμάχη στις Ουκρανικές περιοχές τον Φεβρουάριο του 2014, μαζί με τα αμφιλεγόμενα ψηφίσματα και την παρότρυνση για "κάθαρση" από τους αξιωματούχους που υπηρέτησαν υπό τον Γιανούκοβιτς -γεγονότα τα οποία προκάλεσαν δυσαρέσκεια και αντίσταση νοτιοανατολικά- έφεραν τελικά μια σύγκρουση πλήρους κλίμακας μετά την αποστολή στρατευμάτων.


Έκτοτε, οι δυνάμεις της πολιτοφυλακής εκδιώχθηκαν ανατολικότερα από τις περιοχές που αρχικά καταλάμβαναν, αλλά επανέκτησαν τον έλεγχο μεγάλων πόλεων όπως το Ντονέτσκ και το Λουγκάνσκ, όπου η πλειοψηφία των πολιτών υποστηρίζουν το αντι-κυβερνητικό κίνημα. Εκατοντάδες πολίτες βρέθηκαν στη μέση των πυρών. Αξιωματούχοι των δύο αυτό- ανακυρηγμένων δημοκρατιών έχουν δηλώσει πως στρατεύματα του Κιέβου, συμπεριλαμβανομένων και ταγμάτων εθνικιστών, έχουν προβεί σε εσκεμμένο βομβαρδισμό κατοικημένων περιοχών ως αντίποινα, ενώ οι αξιωματούχοι στο Κίεβο κατηγορούν τους "Ρώσους τρομοκράτες" κατά τα λεγόμενά τους, για μεθόδευση των προκλήσεων.

Ο θανάσιμος απολογισμός της Ουκρανικής κρίσης μετρά πάνω από 5300 ανθρώπους, με πάνω από 12000 τραυματίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών.

Η Μόσχα έχει επανειλημμένα καλέσει την Ουκρανική κυβέρνηση να σταματήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, και να ξεκινήσει έναν δίχως αποκλεισμούς πανεθνικό διάλογο με τις επαναστατημένες περιοχές, και να προβεί σε συνταγματική αναθεώρηση που θα εξασφαλίζει την ομοσπονδοποίηση της χώρας, κάτι που ο Ποροσένκο αρνείται κατηγορηματικά.

Η τελευταία εξέλιξη των συγκρούσεων είναι η συμφωνία κατάπαυσης πυρός του Μινσκ, που έχει προσφέρει μια ελπίδα ότι οι αψιμαχίες θα φτάσουν στο τέλος τους. Η συμφωνία επιτεύχθει την περασμένη Τρίτη, μετά από ολονύκτιες μαραθώνιες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ουκρανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας. Η συμφωνία υπεγράφη και επικυρώθηκε και από τους Ουκρανούς επαναστάτες. Το έγγραφο της συμφωνίας ορίζει ως έναρξη της εκεχειρίας τα μεσάνυχτα της 15η Φεβρουαρίου.

Οι διαπραγματεύσεις ήταν μέρος μιας Γερμανο-Γαλλικής πρωτοβουλίας. Ο Γάλλος πρόεδρος Ολλάντ και η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επισκεύτηκαν το Κίεβο και την Μόσχα πριν καθίσουν στο διαπραγματευτικό τραπέζι στο Μινσκ.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν άσκησε πρόσφατα κριτική στην εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην Ουκρανική σύγκρουση, υποστηρίζοντας πως ο Ουκρανικός στρατός είναι κατ' ουσία μια "ΝΑΤΟϊκή λεγεώνα" που "δεν εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα της Ουκρανίας" και έχει ως σκοπό τον περιορισμό της Ρωσίας.

Εντωμεταξύ, ο Ρώσος υπουργός εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι προωθεί μέτρα που "μόνο ενισχύουν την περαιτέρω κλιμάκωση" της σύγκρουσης. "Με κάθε τους βήμα, και καθώς η κρίση εξελίσσεται, οι Αμερικανοί συνάδελφοι και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρισκόμενη υπό την επήρειά τους, έχουν προσπαθήσει να κλιμακώσουν την κατάσταση", δήλωσε ο Λαβρόφ στην διάρκεια του συμβουλίου ασφαλείας του Μονάχου το Σάββατο.

Ο Λαβρόφ υπογράμμισε την αποτυχία της ΕΕ να συνυπολογίσει την Ρωσία σχετικά με την υπογραφή οικονομικής συμφωνίας μεταξύ της Ουκρανίας και του Ευρωπαϊκού μπλοκ, για εμπλοκή της Δύσης στις διαδηλώσεις της πλατείας Μαϊντάν, για την αποτυχία της Δύσης να καταδικάσει την Ουκρανία όταν αυτή αποκάλεσε τους ίδιους της τους πολίτες "τρομοκράτες", και για συνέργεια στο πραξικόπημα που οδήγησε στην πτώση ενός δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου.

Ο απεσταλμένος της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, Αλεξάντερ Γκρούσκο, δήλωσε την Πέμπτη πως η αποστολή όπλων στην Ουκρανία -μια πιθανότητα που εξετάζει η Ουάσιγκτον- θα είναι απαράδεκτη και θα μπορούσε να έχει δυνητικά επικίνδυνες και απρόβλεπτες συνέπειες.